ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΔΡΑΣΗΣ ΓΙΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η κατάσταση όχι μόνο δεν φαίνεται να βελτιώνεται, αλλά μάλλον χειροτερεύει αν παρακολουθεί κάποιος τις εξελίξεις των αριθμών όπως το ΑΕΠ και η ανεργία, ή απλά τι συμβαίνει γύρω του στη κοινωνία, στις επιχειρήσεις, στα μαγαζιά.
Οι πολιτικές που έχουν ασκηθεί μέχρι τώρα είναι πολλαπλά αποτυχημένες γιατί:
-       Δεν είναι σε θέση να ενεργοποιήσουν τον δημόσιο τομέα στη πάταξη της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής, της σπατάλης και της διαφθοράς επειδή υποχρεωτικά θα πρέπει να αγγίξουν τους πραγματικά υπαίτιους της σημερινής κατάστασης και στυλοβάτες του πελατειακού κράτους
-       Δεν είναι σε θέση να προχωρήσουν στις αναγκαίες αναδιαρθρώσεις του δημόσιου τομέα και την ενίσχυση της παραγωγής, αφού δεν μπορούν να πείσουν για την ορθότητα των προτάσεων τους ούτε τους οπαδούς  τους. Πχ. οι προτάσεις τους για ανάπτυξη περιορίζονται στην ενίσχυση των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών όπως στη περίπτωση της παραθεριστικής κατοικίας και στην ανάπτυξη των ΑΠΕ στις επιδοτήσεις μεγάλων «βιομηχανικών εγκαταστάσεων», με ανειδίκευτη προσωρινή  απασχόληση και περιβαλλοντική επιβάρυνση και χωρίς άλλες αναπτυξιακές επιπτώσεις
-       Δεν αντιμετωπίζουν τη ρίζα του προβλήματος που είναι η χρόνια κρίση της πραγματικής οικονομίας που παρέμεινε προσκολλημένη στις κρατικές άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις, στην ανοχή της φοροδιαφυγής, της εισφοροδιαφυγής, της παράνομης λειτουργίας. Οι εξαιρέσεις υπάρχουν για να πιστοποιούν τον κανόνα.
-       Δεν είναι σε θέση να ενεργοποιήσουν τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις με αναπτυξιακή προοπτική, αλλά ούτε καν για αναθέρμανση της οικονομίας και υποστήριξη των ανέργων και άλλων πληττόμενων ομάδων
-       Συνεχίζουν την λύση των οριζόντιων σκληρών περικοπών μισθών, συντάξεων, κοινωνικών παροχών και χρηματοδοτήσεων, χωρίς να διακρίνουν τα ξερά από τα χλωρά, περιορίζοντας την ζήτηση και διευρύνοντας την ύφεση
-       Συνεχίζουν τη προσπάθεια αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας αποκλειστικά με τη μείωση του μισθολογικού κόστους (ακόμη και αυτών που αμείβονται με το κατώτερο μισθό), ενώ δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η λύση είναι στην αναβάθμιση της ποιότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών μέσα από την υιοθέτηση καινοτομιών σε όλα τα επίπεδα της παραγωγής και της οργάνωσης της.
-       Δεν έχουν καταφέρει να πείσουν κανέναν ότι οι θυσίες δεν θα πάνε χαμένες, αφού ακόμη και αν σήμερα μας χάριζαν όλα τα χρέη, από αύριο θα συσσωρεύονταν νέα.
Το τελευταίο ίσως να είναι και το σπουδαιότερο πρόβλημα αφού οι πολίτες, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία ανέχθηκαν τα πρώτα μέτρα ως  αναπόφευκτα, βλέπουν σήμερα το αδιέξοδο των προσπαθειών τους. Η έλλειψη οράματος, σχεδίου και προοπτικής έχει αδρανοποιήσει τις υγιείς κοινωνικές και επιχειρηματικές δυνάμεις που όμως βλέπουν την ανάγκη για ανατροπή στη λειτουργία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, εργοδοτών και εργαζομένων.
 Αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις  δείχνουν να αγνοούν όλες τις εναλλακτικές προτάσεις ανάπτυξης όπως άλλωστε έκαναν όλα τα προηγούμενα χρόνια καλυπτόμενοι πίσω από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που οφείλονταν στην κατανάλωση με δανεικά.
Στη συνέχεια θα αναφερθούμε σε μερικές προτάσεις ειδικά για τον νησιωτικό χώρο. Κυρίαρχο ζητούμενο είναι η δημιουργία ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων που να δημιουργούν εξαγωγές ή έστω να αποτρέπουν εισαγωγές. Σε ένα νησί όπως η Λέσβος που πήρε το βραβείο «Ευρωπαϊκός Προορισμός Αριστείας» από την ΕΕ (βραβείο EDEN) και διεκδικεί τον χαρακτηρισμό της ως Παγκόσμιο Γεωπάρκο από την Ουνέσκο για το πλούσιο φυσικό και πολιτιστικό της περιβάλλον, οι δυνατότητες είναι κατά βάση οι εξής:
-       Παραγωγή αγροτικών προϊόντων και προϊόντων διατροφής ποιότητας με βάση τοπικές πρώτες ύλες και τοπική τεχνογνωσία. Μεγάλες και μικρές παραγωγές  πρώτων υλών (πχ. λάδι, γάλα, μέλι, γλυκάνισο, φρούτα κλπ) - που ορισμένες είναι μοναδικές, όπως έδειξε η μελέτη της Περιφέρειας Β.Αιγαίου “Agriles”- μπορούν να αξιοποιηθούν ποικιλότροπα φτιάχνοντας ένα πλούσιο καλάθι προϊόντων
-       Προστασία, ανάδειξη και αξιοποίηση φυσικών και πολιτιστικών πόρων για προσέλκυση επισκεπτών με ειδικά ενδιαφέροντα: μοναδικά μνημεία της φύσης όπως το Απολιθωμένο Δάσος, μοναδικοί παραδοσιακοί οικισμοί (Αγιάσος, Συκαμνιά, Μόλυβος, Βατούσα αλλά και Πλωμάρι, Μυτιλήνη κλπ), μοναδικά μουσεία (Τεριαντ, Θεόφιλου, Αρχαιολογικό, Ιακωβίδη, Σαπουνιού στο Πλωμάρι, Λαδιού στην Αγ. Παρασκευή, Σιγρίου κλπ), μνημεία όπως τα Κάστρα Μυτιλήνης και Μολύβου, αρχαιολογικοί τόποι, απίστευτος πλούτος σε νεώτερα μνημεία και σύγχρονη πολιτιστική κληρονομιά (ελαιοτριβεία, αγγειοπλαστεία), υδροβιότοποι όπως της Καλλονής και της Γέρας, αλυκές και ιαματικές πηγές, υδρόμυλοι, κλπ άυλος πολιτισμός όπως αυτός που συνδέεται με τη Σαπφώ, τον Αλκαίο, τον Ελύτη αλλά και τον Αριστοτέλη και τον Θεόφραστο και πόσα άλλα γνωστά ή λιγότερο γνωστά στοιχεία σκόρπια πάνω στο νησί πρέπει να διασυνδεθούν μεταξύ τους και να αναδειχθούν με ένα σύγχρονο τρόπο προσελκύοντας επισκέπτες που πέρα από την ήλιο και τη θάλασσα, ψάχνουν κάτι το ιδιαίτερο στον τόπο που επισκέπτονται.
-       Ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού (μουσική, πανηγύρια, αλογοδρομίες, κουζίνα κλπ) σε συνδυασμό με την βελτίωση και σήμανση των υπηρεσιών εστίασης και διαμονής
-       Ανάδειξη του Πανεπιστημίου Αιγαίου σε διεθνές κέντρο παραγωγής και διάσωσης της γνώσης με έμφαση στη «Νησιωτικότητα» (σύμφωνα και τη πρόσφατη χρηματοδότηση του υπουργείου Παιδείας), για την ανάπτυξη ενός άλλου είδους τουρισμού για όλο το χρόνο (εκπαιδευτικό, ερευνητικό, συνεδριακό).
Πίσω από αυτές τις εξαγωγικές δραστηριότητες σειρά άλλων «υποστηρικτικών» δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων από εκδόσεις και εφαρμογές τηλεματικής, μέχρι εκπαιδευτών χορών ή μουσικής, θαλάσσιων σπορ και καταδύσεων, συντήρησης μνημείων και παραδοσιακών οικισμών, εκπαίδευσης στη γλώσσα ή στη μαγειρική, δραστηριότητες που μπορούν να δώσουν απασχόληση σε ανθρώπους με διαφορετικό επίπεδο εκπαίδευσης, με διαφορετική κλίση, με διαφορετικά ενδιαφέροντα.
Όμως για να υλοποιηθούν αυτά χρειάζεται συλλογικό όραμα και στρατηγική. Χρειάζεται ακόμη ατομική αυτοπεποίθηση και δημιουργικότητα. Χρειάζεται συλλογική προσπάθεια για το κοινό συμφέρον.

Γ.Σπιλάνης
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
Η ελληνική κοινωνία ζει μέσα σε πολλές αντιφάσεις και αυτό δεν επιτρέπει να υπάρξουν διαρθρωτικές αλλαγές σε κανέναν τομέα με αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα - στις δύσκολες μέρες που ζούμε – όχι απλά να υπάρχει πλήρης αδυναμία να ξεπεράσουμε τη κρίση, αλλά αντίθετα να βυθιζόμαστε κάθε μέρα και πιο βαθειά.
Κλασσική περίπτωση είναι οι υπηρεσίες που παρέχει το δημόσιο. Ενώ από τη μια μεριά κατηγορούμε το δημόσιο τομέα ως σπάταλο, αντιπαραγωγικό, διεφθαρμένο, πελατειακό κλπ  που δεν παρέχει τις υπηρεσίες που θέλουμε, από την άλλη μόλις ανακοινωθούν αλλαγές τις απορρίπτουμε και είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε αυτό που πριν από λίγο κατηγορούσαμε. Αντί λοιπόν να αγωνιζόμαστε ώστε το Δημόσιο να παρέχει τις υπηρεσίες που χρειαζόμαστε εμείς ως πολίτες με το χαμηλότερο κόστος και τη καλύτερη εξυπηρέτηση, μένουμε κυριολεκτικά «κολλημένοι» σε ότι υπήρχε πριν, δίνοντας ταυτόχρονα επιχειρήματα σε εκείνους που επιθυμούν σφόδρα λιγότερο δημόσιο και περισσότερη αγορά.
Πρόσφατο παράδειγμα η  ανακοίνωση για κλείσιμο ορισμένων Τελωνείων σε παράκτιους οικισμούς στη Λέσβο και σε πολλά μικρά νησιά του Αιγαίου, όπως στον Αι Στράτη. Για τον ίδιο λόγο είχαν γίνει πολυήμερες σφοδρές κινητοποιήσεις στο Πλωμάρι πριν από μερικές εβδομάδες.
Ενώ είναι γνωστό ότι τα τελωνεία αυτά υπολειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια αφού έχουν αλλάξει εντελώς οι συνθήκες εκείνες που επέβαλαν τη δημιουργία τους πριν από 100 και πλέον χρόνια με αποτέλεσμα οι υπάλληλοι κυριολεκτικά να κάθονται  σπίτι τους πολλές φορές (θυμάμαι παλαιότερο δημοσίευμα για άλλο τελωνείο του νησιού που άνοιγε μια φορά το μήνα!!!!) και να πληρώνονται (παλαιότερα όταν οι αγελάδες ήταν παχιές και υπερωριακά με αποτέλεσμα οι μισθοί τους να είναι υπέρογκοι). Εδώ δεν υπάρχει ευθύνη των υπαλλήλων, αλλά του κράτους που δεν φρόντισε να ανασχεδιάσει τις υπηρεσίες του έγκαιρα και να ορθολογικοποιήσει τις δαπάνες του (πρόσθετες δαπάνες για ενοίκια, εξοπλισμό κλπ) με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και τη βελτίωση των υπηρεσιών σε πολίτες και επιχειρήσεις. Η επίκληση της παροχής υπηρεσιών πχ. στους ψαράδες της περιοχής δεν μπορεί πλέον να ευσταθεί όπως την εποχή του τηλέγραφου, όταν για παράδειγμα η λειτουργία των ΚΕΠ και τα ηλεκτρονικά μέσα επιτρέπουν σήμερα συναλλαγές στα πέρατα του κόσμου. Αν δεν υπάρχουν, μπορούν να γίνουν!!!!
Η συζήτηση δεν πρέπει να εστιαστεί στο συγκεκριμένο παράδειγμα αλλά γενικά για το πώς λειτουργεί το δημόσιο, τι υπηρεσίες παρέχει και με ποιο κόστος και βέβαια πως θα αλλάξουν τα πράγματα για το κοινό μας  συμφέρον και όχι να μείνουν ως έχουν εξυπηρετώντας διάφορα αφανή και εμφανή «συμφέροντα». Τα παραδείγματα είναι πολλά και ο καθένας μας έχει να προσθέσει τη δική του εμπειρία σε θέματα είτε της διοίκησης,  είτε της υγείας, είτε της παιδείας κλπ όπου ενώ το κόστος λειτουργίας τους είναι υπέρογκο (πχ. νοσοκομεία) οι υπηρεσίες που παρέχουν είναι χαμηλές με αποτέλεσμα να ανθούν το «φακελάκι», η «παραπαιδεία», αλλά γενικότερα να παρεμποδίζεται η ομαλή πρόοδος της χώρας.
Είναι γεγονός ότι συχνά οι αλλαγές που προτείνονται (πχ. στο σύστημα εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση και γενικότερα στη λειτουργία των σχολείων) δεν πείθουν ότι έχουν μελετηθεί σοβαρά με αποτέλεσμα στη πρώτη αντίδραση τα μισά μέτρα να ανακαλούνται, να υπάρχει αναβολή εφαρμογής και τελικά να μένουμε στα ίδια ή περίπου στα ίδια. Ειδικά αυτή τη περίοδο που κάθε αλλαγή φαίνεται (ή παρουσιάζεται) ότι έχει ως μόνο στόχο τη περικοπή δαπανών και όχι την ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να υπάρχει καθολική αντίδραση τόσο από τους εργαζόμενους όσο και από τους πολίτες -  αποδέκτες των υπηρεσιών.
Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να υπάρξουν οι ανατροπές εκείνες που χρειαζόμαστε ως πολίτες και χρειάζεται η χώρα, αν εμείς οι αποδέκτες των υπηρεσιών του δημοσίου δεν αποκτήσουμε άποψη και λόγο, κρίνοντας ό,τι υπάρχει και προτείνοντας λύσεις. Στο κάτω -κάτω εμείς πληρώνουμε μέσω των φόρων και πρέπει να διεκδικούμε δίκαιη και ορθολογική χρήση των χρημάτων μας. Εμείς οι χρήστες των υπηρεσιών υγείας που πληρώνουμε τις εισφορές στα ταμεία μας θέλουμε να έχουμε καλές υπηρεσίες υγείας μέσα σε ένα πραγματικά Εθνικό Σύστημα Υγείας  αλλά και καλή εξυπηρέτηση στις συναλλαγές μας. Eμείς ως γονείς θέλουμε να αποκτούν τα παιδιά μας πλήρη και σφαιρική παιδεία και μόρφωση μέσα στο δημόσιο σχολείο ή Πανεπιστήμιο, όπως γίνεται σε όλες τις πολιτισμένες χώρες και όχι να τρέχουμε σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα ξοδεύοντας υπέρογκα ποσά (από αυτά που δεν έχουμε πλέον).
Εμείς οι πολίτες είμαστε εκείνοι που θα πρέπει να επιβάλλουμε τις αλλαγές βγάζοντας έξω από το παιγνίδι όλα εκείνα τα προσωπικά συμφέροντα (πολιτικά, οικονομικά και «συνδικαλιστικά») που παίζουν πάνω στη πλάτη μας, επικαλούμενοι το «δημόσιο» συμφέρον.
Εμείς πρέπει να καθορίσουμε τους στόχους που θέλουμε να έχει η παιδεία (υποχρεωτική, τεχνολογική, τριτοβάθμια), η υγεία, η κοινωνική μέριμνα, η περιβαλλοντική πολιτική, η καθαριότητα στη πόλη, ο πολιτισμός  και γενικότερα όλοι οι τομείς όπου το κράτος έχει άμεσο ή έμμεσο (ρυθμιστικό) ρόλο  (συγκοινωνίες, ενέργεια, υποδομές κλπ). Εμείς οι πολίτες πρέπει να απαιτούμε ίση αντιμετώπιση για όλους χωρίς διακρίσεις σε πολίτες α’, β’ και γ’ κατηγορίας, εμείς  πρέπει να έχουμε το πρώτο λόγο στο τι είναι δημόσιο συμφέρον και να το υπερασπιζόμαστε. Εμείς οι πολίτες πρέπει να επιβάλλουμε ανατροπές σε όλους τους τομείς που να έχουν ξεκάθαρες στοχεύσεις και διαφανείς ρυθμίσεις.
Η αναβάθμιση όλων των υπηρεσιών αυτών αποτελεί προϋπόθεση για την όποια ανάπτυξη τόσο τοπικά όσο και εθνικά, αφού καθορίζει την ελκυστικότητα της χώρας συνολικά και ξεχωριστά του κάθε τόπου, του κάθε νησιού.  Εμείς οι πολίτες πρέπει να αποκτήσουμε ένα όραμα για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας και να απαιτήσουμε ίσες ευκαιρίες για όλους.
Γιάννης Σπιλάνης
ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ

Η οικονομική κρίση μας προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να επενδύσουμε στην αλλαγή. Να αποδιώξουμε τον κοντόφθαλμο τρόπο που κατατρύχει την κοινωνία εδώ και δεκαετίες. Να τον αντικαταστήσουμε με μελετημένο σχεδιασμό πολιτικών, ικανών να αντιμετωπίσουν τις τεράστιες προκλήσεις επιφέροντας μακροχρόνια ευημερία.
Φυσικά είναι άλλο πράγμα να έχει κανείς ένα τέτοιο όραμα και εντελώς άλλο πράγμα να επιχειρεί να το πραγματοποιήσει. Υπάρχουν όμως βασικά δύο μόνο πιθανότητες για αλλαγή αυτής της κατάστασης. Η μία είναι η επανάσταση. Η άλλη είναι να επιδοθούμε στο επίμοχθο έργο της κοινωνικής αλλαγής.
Υπάρχουν κάποιοι για τους οποίους η επανάσταση φαντάζει ως απάντηση. ‘Η αν όχι απάντηση, τότε τουλάχιστον αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της συνεχιζόμενης κοινωνικής και οικολογικής δυσλειτουργίας. Ας θέσουμε ένα τέλος στον καπιταλισμό. Ας απορρίψουμε τη παγκοσμιοποίηση. Ας υποσκάψουμε την εταιρική εξουσία και ας ανατρέψουμε τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Ας διαλύσουμε τους παλαιούς θεσμούς και ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Ωστόσο υπάρχουν και εδώ κίνδυνοι. Το φάσμα μιας νέας βαρβαρότητας καραδοκεί. 
Απορρίπτοντας την επανάσταση δεν σημαίνει ότι αποδεχόμαστε το status quo. Ούτε σημαίνει ότι το μόνο που χρειάζεται είναι αύξηση των αλλαγών. Θα έπρεπε πλέον να είναι σαφές ότι η κλίμακα της απαιτούμενης μεταμόρφωσης είναι τεράστια. Χρειαζόμαστε όμως σαφή βήματα μέσα από τα οποία να οικοδομήσουμε την αλλαγή. Και αυτό είναι ένα έργο που απαιτεί τη συμμετοχή κυβερνήσεων καθώς και όσων είναι σε θέση να χαράξουν ή να επηρεάσουν την πολιτική.  Ο προσδιορισμός, με κάποιο βαθμό ακρίβειας, των βημάτων αυτών εξαρτάται εν μέρει από την έναρξη ενός δημόσιου και πολιτικού διαλόγου για τα ζητήματα.
Η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πολύ σοβαρό δίλλημα. Το να αντισταθεί στην ανάπτυξη σημαίνει να ρισκάρει την οικονομική και την κοινωνική κατάρρευση. Το να την επιδιώξει επίμονα σημαίνει να θέσει σε κίνδυνο το οικοσύστημα από το οποίο εξαρτιόμαστε για τη μακροπρόθεσμη επιβίωση μας.
Στη συνέχεια γίνονται συγκεκριμένες προτάσεις που αφορούν τρεις βασικές κατηγορίες:
-          Ρύθμιση του οικονομικού μοντέλου
-          Αλλαγή της κοινωνικής λογικής
-          Προσδιορισμός των (περιβαλλοντικών) ορίων
Α. Ρύθμιση του οικονομικού μοντέλου
Μια οικονομία που εξαρτάται από την αέναη επέκταση της υλικής κατανάλωσης που βασίζεται στο χρέος είναι οικολογικά μη αειφόρος, κοινωνικά προβληματική και οικονομικά ασταθής. Η αλλαγή αυτής της κατάστασης προϋποθέτει ανάπτυξη μιας νέας μακροοικονομίας για την αειφορία, μιας οικονομικής μηχανής που δεν θα βασίζει τη σταθερότητα της στην ανηλεή αύξηση της κατανάλωσης και στην επέκταση της συνολικής υλικής παραγωγής. Η οικοδόμηση αυτού του νέου πλαισίου όπου οι οικονομίες υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς εκπομπών και χρήσης πόρων αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα. Επίσης χρειάζεται εξέταση του τρόπου με τον οποίο οι οικονομίες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν κάτω από διαφορετικά σχήματα κατανάλωσης, επενδύσεων, απασχόλησης και αύξησης της παραγωγικότητας. Βασική προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η αναδιατύπωση των προκαταλήψεων μας σχετικά με τη παραγωγικότητα της εργασίας και του κεφαλαίου. Οι «νέες» οικολογικές επενδύσεις (πχ. επανεξοπλισμός κτιρίων με μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και άνθρακα, επανασχεδιασμός δικτύων κοινής ωφέλειας, υποδομές δημόσιας συγκοινωνίας, αναβάθμιση δημόσιων χώρων, διατήρηση και προστασία οικοσυστημάτων κλπ) θα είναι «λιγότερο αποδοτικές» με βάση τους παραδοσιακούς όρους.
Επίσης είναι ευκαιρία να συμπεριληφθεί σε κάποιο βαθμό στη νέα μακροοικονομία η αξία του φυσικού κεφαλαίου και των υπηρεσιών των οικοσυστημάτων, αναθεωρώντας τους εθνικούς λογαριασμούς και τον υπολογισμό του ΑΕΠ που σήμερα περιλαμβάνει το κόστος των εγκλημάτων, των πάσης φύσεως ατυχημάτων (συμπεριλαμβανόμενων και των περιβαλλοντικών) στο ενεργητικό του ως στοιχείο ευημερίας.
Τέλος παρατηρείται ολοένα και μεγαλύτερη ομοφωνία ότι πρέπει να ξεκινήσει μια νέα εποχή χρηματοοικονομικής και δημοσιονομικής σύνεσης υιοθετώντας μέτρα όπως μεταρρύθμιση του κανονισμού λειτουργίας των εθνικών και διεθνών χρηματαγορών, απόρριψη αδίστακτων και αποσταθεροποιητικών πρακτικών αγοράς (πχ. ανοιχτή συναλλαγή), μείωση των υπερβολικών πακέτων αμοιβών των ανώτερων στελεχών, επιβολή φόρων σε διεθνείς μεταβιβάσεις συναλλάγματος, μεγαλύτερος δημόσιος έλεγχος στη προσφορά χρήματος κλπ).

Β. Αλλαγή της κοινωνικής λογικής
Η κοινωνική λογική που παγιδεύει τους ανθρώπους στον υλιστικό καταναλωτισμό ως βάση για τη συμμετοχή στη ζωή της κοινωνίας είναι εξαιρετικά ισχυρή αλλά οικολογικά και ψυχολογικά επιζήμια. Απαραίτητη προϋπόθεση για μια μακροχρόνια ευημερία είναι να απελευθερώσει τους ανθρώπους από αυτή τη καταστροφική δυναμική και να τους προσφέρει ευκαιρίες για αειφόρο και παραγωγική ζωή.
Η πολιτική για το χρόνο εργασίας είναι σημαντική για μια αειφόρο οικονομία και αυτό για δύο λόγους: ο καταμερισμός της διαθέσιμης εργασίας πρώτα είναι απαραίτητο για να διατηρηθεί μακροοικονομική σταθερότητα και να προστατευτούν τα μέσα βιοπορισμού των ανθρώπων σε μια οικονομία που η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνεται αλλά όχι η παραγωγή και δεύτερο για να ξεκουράζονται καλύτερα, να βρίσκονται σε μεγαλύτερη εγρήγορση και καλύτερη φυσική κατάσταση με μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ εργασίας και ζωής. Μεταξύ άλλων έχουν προταθεί μέτρα όπως η μεγαλύτερη ευελιξία στην εργασία, καταπολέμησης των διακρίσεων κατά της μερικής απασχόλησης όσον αφορά την ιεραρχία, τη προαγωγή, την εκπαίδευση, καλύτερα κίνητρα για τους εργαζόμενους όσον αφορά τον οικογενειακό χρόνο, τις γονικές και εκπαιδευτικές άδειες κλπ  
 Οι συστημικές εισοδηματικές ανισότητες αυξάνουν το άγχος, υποσκάπτουν το κοινωνικό κεφάλαιο και εκθέτουν τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα σε μεγαλύτερη παθογένεια και μικρότερη ικανοποίηση από τη ζωή, αυξάνοντας τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία και στην κοινωνία. Στις φιλελεύθερες οικονομίες αγοράς αυξάνουν οι μακροχρόνιες τάσεις ανισότητας. Οι μηχανισμοί μείωσης των ανισοτήτων περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων αναθεωρημένες δομές φόρου εισοδήματος, κατώτατα και ανώτατα επίπεδα εισοδήματος, βελτιωμένη πρόσβαση σε καλής ποιότητας εκπαίδευση, νομοθεσία κατά των διακρίσεων, μέτρα κατά της εγκληματικότητας κλπ.
Η μέτρηση συγκεκριμένων αποτελεσμάτων ευζωίας όπως το προσδόκιμο υγιούς ζωής, η συμμετοχή στην εκπαίδευση, οι αντοχές της κοινότητας, η συμμετοχή στη ζωή της κοινωνίας αξιολογούν των δυνατοτήτων των ανθρώπων για ευημερία.
Η κατανόηση ότι η ευημερία αποτελείται εν μέρει από τη δυνατότητα μας να συμμετέχουμε στη ζωή της κοινωνίας απαιτεί την οικοδόμηση κοινωνικού κεφαλαίου, την ενίσχυση των κοινοτήτων και της κοινωνικής οικονομίας με πολιτικές όπως δημιουργία και προστασία κοινών δημόσιων χώρων, ενθάρρυνση πρωτοβουλιών αειφορίας, μείωση γεωγραφικής κινητικότητας της εργασίας, παροχή εκπαίδευσης για πράσινες θέσεις εργασίας, παροχή καλύτερης πρόσβασης σε δια βίου μάθηση και δεξιότητες, παραχώρηση μεγαλύτερων αρμοδιοτήτων σχεδιασμού στα χέρια των τοπικών κοινωνιών, προστασία και διάδοση δημόσιων υπηρεσιών, προστασία δημόσιων χώρων κλπ 
Τέλος είναι αναγκαία η διάλυση της κουλτούρας του καταναλωτισμού που αναπτύχθηκε ως μέσο προστασίας της οικονομικής ανάπτυξης αλλά τελικά προάγει τον μη παραγωγικό κοινωνικό ανταγωνισμό και έχει καταστροφικές ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων. Είναι σημαντικό να δοθούν στους ανθρώπους βιώσιμες εναλλακτικές έναντι του καταναλωτικού τρόπου ζωής ώστε να συνεχίσει να υπάρχει πρόοδος και ανθρώπινη ευημερία με λιγότερο υλιστικούς τρόπους.

Γ. Προσδιορισμός των περιβαλλοντικών ορίων
Η υλική απληστία της καταναλωτικής κοινωνίας μειώνει τα σημαντικά φυσικά αποθέματα και επιβαρύνει σε υπερβολικό βαθμό τα οικοσυστήματα του πλανήτη. Είναι απαραίτητο να τεθούν σαφή όρια των πόρων και περιβάλλοντος και ένταξη των ορίων αυτών στην οικονομική και κοινωνική λειτουργία.
Η αναγνώριση σαφών ορίων στους πόρους και στις εκπομπές άνθρακα, καθώς και ο προσδιορισμός στόχων για μείωση εντός αυτών των ορίων είναι σημαντικά για μια αειφόρο οικονομία. Οι προϋποθέσεις για δικαιοσύνη στη χρήση πόρων και στη παραγωγή αποβλήτων απαιτούν ίσες κατά κεφαλή παροχές σύμφωνα με ένα οικολογικό όριο που συγκλίνει στο επίπεδο αειφορίας.
Η δημοσιονομική μεταρρύθμιση για την αειφορία προβλέπει την αποδοχή της αρχής ενσωμάτωσης των εξωτερικών δαπανών των οικονομικών δραστηριοτήτων όπως πχ η φορολόγηση του άνθρακα που παροτρύνει τους ανθρώπους να μεταβούν σε διαδικασίες, τεχνολογίες και δραστηριότητες που απαιτούν μικρότερη ένταση εκπομπών άνθρακα. Ανάλογο στόχο έχει η μετατόπιση της φορολογικής επιβάρυνσης από τα οικονομικά αγαθά (πχ. τα εισοδήματα) στα οικολογικά κακά (πχ. ρύπανση).
Τέλος ένα βασικό κίνητρο για την επανεξέταση της ευημερίας στις αναπτυγμένες οικονομίες είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την απαραίτητη ανάπτυξη στις φτωχότερες χώρες. Για να διασφαλιστεί ότι αυτή η εξέλιξη θα είναι εντός των ορίων απαιτείται μηχανισμός χρηματοδότησης για τη μεταφορά των πόρων σ’αυτές.

Η ευημερία χωρίς ανάπτυξη δεν είναι πλέον ένα ουτοπικό όνειρο για τις προηγμένες οικονομίες της Δύσης. Είναι μια οικονομική και οικολογική αναγκαιότητα. Χρειάζεται ένα νέο όραμα ευημερίας, όπως η ικανότητα να ακμάζουμε ως άνθρωποι εντός των ορίων ενός πεπερασμένου πλανήτη.

Αποσπάσματα από το Tim Jackson “Ευημερία χωρίς ανάπτυξη. Ένα εναλλακτικό μοντέλο διεξόδου από την κρίση».
Για την προσαρμογή Γ.Σπιλάνης. 

Προτάσεις για αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και την συνεπή εφαρμογή της.

 Προς:  Κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη, Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  Κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κοι...