ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΦΠΑ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ. ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ



ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΦΠΑ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ. ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ

Εχω τοποθετηθεί δημόσια και ξεκάθαρα για το θέμα σε ανάλογες περιστάσεις στο παρελθόν, αφού το θέμα της μείωσης του ειδικού καθεστώτος του ΦΠΑ στα νησιά βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από τη πλευρά των πιστωτών της χώρας ήδη από το 2012, όταν ήμουν ΓΓ Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.
Η θέση μου είναι ξεκάθαρη:
-          Είμαι γενικά αρνητικός σε υψηλούς συντελεστές ΦΠΑ γιατί υποκρύπτουν αρνητική προοδευτικότητα στο φορολογικό σύστημα. Για να υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη θα πρέπει το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του να το αντλεί από τη φορολογία εισοδημάτων και περιουσίας. Δυστυχώς το χρόνιο πρόβλημα που υπάρχει στον φορολογικό μηχανισμό οδηγεί όλες τις κυβερνήσεις στις εύκολες λύσεις του ΦΠΑ και των άλλων έμμεσων φόρων.
-          Είμαι αρνητικός σε υψηλούς συντελεστές άμεσης φορολογίας γιατί αντί να αυξάνουν τα έσοδα, αυξάνουν τη φοροκλοπή των χρημάτων που πληρώνουμε εμείς οι καταναλωτές για το ΦΠΑ και τη φοροδιαφυγή, αφού δεν δηλώνονται αντίστοιχα έσοδα των επιχειρήσεων. Δυστυχώς αυτό το κλίμα έχει εμπεδωθεί εδώ και χρόνια όπως διαπιστώνεται από τα χαμηλά έσοδα του κράτους διαχρονικά και κανείς (συμπεριλαμβανομένων και των φορέων των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών, αλλά και των κομμάτων που διαμαρτύρονται σήμερα) δεν είπε και κυρίως δεν έκανε κάτι για να σταματήσει η κατάσταση αυτή. Και τον λογαριασμό τον πληρώνουμε διαχρονικά οι ίδιοι, οι μισθωτοί του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και οι συνταξιούχοι όπως δείχνουν τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών.
-          Είμαι αρνητικός στην κατάργηση του ειδικού καθεστώτος μειωμένου ΦΠΑ που αποτελεί μερική αντιστάθμιση του αυξημένου λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών των νησιών όπως έχω τονίσει σε όλα τα διεθνή φόρα που έχω βρεθεί συνεργαζόμενος με την Επιτροπή Νησιών της CRPM από το 1989 και έχω γράψει στη μελέτη για τα ευρωπαϊκά νησιά (EUROISLANDS) που εκπονήθηκε κάτω από την επιστημονική μου επίβλεψη τη περίοδο 2008-2011 (βλ. Ευρωπαϊκά Νησιά και Πολιτική Συνοχής σ.228).

Παρά το γεγονός ότι είμαι αντίθετος με την αύξηση του ΦΠΑ γενικά και ειδικά στα νησιά, αρνούμαι πλήρως να συμπαραταχθώ με το κύμα καταστροφολογίας που έχει εξαπλωθεί στη χώρα και ιδιαίτερα στα νησιά για δύο κυρίως λόγους:
-          Ο πρώτος έχει να κάνει ειδικά με τον τομέα του τουρισμού και ειδικά του τουρισμού των νησιών για τον οποίον «χύνονται άφθονα κροκοδείλια δάκρυα» ειδικά στη Περιφέρεια μας. Από τα πρώτα στοιχεία που υπάρχουν για τον τουρισμό το φετινό Πάσχα σε Σαντορίνη, Μύκονο και Πάρο υπήρξε κοσμοσυρροή. Ολως τυχαίως τα νησιά αυτά είναι μεταξύ των 6 νησιών στα οποία έχει καταργηθεί ο μειωμένος ΦΠΑ από το 2015. Καμία καταστροφή δεν υπήρξε, ούτε υπήρξε μετακίνηση τουριστών από τα «ακριβά» νησιά στα «φτηνά». Επομένως η κατάσταση που επικρατεί στον τουρισμό των νησιών δεν οφείλεται στο επίπεδο του ΦΠΑ, αλλά στο προϊόν που παράγουν και πωλούν οι διάφοροι προορισμοί. Ειδικά σε ότι αφορά στη Σαντορίνη είναι «χωρίς» αεροδρόμιο (δηλαδή με ανεπαρκείς κτηριακές εγκαταστάσεις), «χωρίς» λιμάνι (δηλαδή με υποτυπώδες λιμάνι για να υποδεχτεί έναν τόσο μεγάλο αριθμό επιβατών ακτοπλοΐας και κρουαζιέρας, «χωρίς» νερό (η λειτουργία αφαλατώσεων και υδροφόρων καλύπτει τις ανάγκες) και άλλα προβλήματα, έχει σε μια «καλή» μέρα τόσους τουρίστες όσους όλο το Β.Αιγαίο σε ένα χρόνο. Και βέβαια με διπλάσιες τιμές. Μην ψάχνετε να φορτώσετε τα προβλήματα σε ανύπαρκτες αιτίες. Η αποτυχία του Β.Αιγαίου να αναπτύξει τουρισμό όσα χρόνια είχε χαμηλό ΦΠΑ είναι ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί σε ότι αφορά τον τουριστικό σχεδιασμό. Η Σαντορίνη, που βρίσκεται στη κορυφή των παγκόσμιων προορισμών, κάνει και σήμερα σοβαρές προσπάθειες για να βελτιώσει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών (πχ. 2013 - Ετος γαστρονομίας) και να διαφοροποιήσει το τουριστικό της προϊόν με ανάπτυξη του αρχαιολογικού και του περιπατητικού-φυσιολατρικού τουρισμού. Εμείς; Η Σαντορίνη έχει 15 επισκέψιμες μονάδες παραγωγής κρασιού με γευσιγνωσία έχοντας και σαν εργαλείο το Aegean Cuisine. Εμείς; Η Σαντορίνη τυποποιεί και προωθεί παραγωγές ΠΟΠ (ντοματάκι, φάβα) και μέσα από τον τουρισμό. Εμείς τι κάνουμε με πολλαπλάσιες δυνατότητες στον πρωτογενή τομέα; Ακόμη και το η προσπάθεια για τοπικό πρωϊνό έχει «βουλιάξει». Χρειαζόμαστε μια τουριστική πολιτική που δεν έχουμε με δική μας ευθύνη.
-          Ο δεύτερος έχει να κάνει με το γεγονός που υπαινίχθηκα προηγούμενα: οι συντελεστές του ΦΠΑ αποτελούν μία μόλις παράμετρο μιας νησιωτικής πολιτικής που οφείλει να είναι πολυεπίπεδη και πολυτομεακή. Πολυεπίπεδη αφού αφορά μέτρα και δράσεις που πρέπει να υλοποιήσουν ΕΕ, Κυβέρνηση και αυτοδιοίκηση. Πολυτομεακή γιατί αφορά πολλές διαφορετικές πολιτικές: αγροτική-ανάπτυξης υπαίθρου, μεταφορών, ενέργειας, κρατικών ενισχύσεων, παροχής υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος, λειτουργίας της αυτοδιοίκησης, ενός σχεδιασμού με διαφορετικό περιεχόμενο για την  αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των νησιών που αποτελούν τα εργαλεία για τη βελτίωση της ελκυστικότητας των νησιών και για παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών ποιότητας, για πράσινα νησιά και για νησιά ίσων ευκαιριών. Και τέτοια πολιτική δεν έχουμε δει μέχρι σήμερα παρά το γεγονός ότι οι νομοθετικές βάσεις για την αξιοποίηση του άρθρου 101 του Συντάγματος έχουν μπει ήδη από το 2013.
Δυστυχώς καμία πρωτοβουλία δεν έχει ξεκινήσει προς αυτή τη κατεύθυνση από τους άμεσα ενδιαφερόμενους από τα όργανα τους όπως είναι η ΕΝΠΕ, η ΚΕΔΕ, ο ΕΟΑΕΝ, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο κλπ για την επεξεργασία μιας ολοκληρωμένης πολιτικής παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις μας. Αντίθετα περισσεύουν τα ταξίδια, οι κινήσεις δημοσίων σχέσεων και πρόσκαιρου εντυπωσιασμού μέσω Δελτίων Τύπου που ξεχνιούνται την επόμενη μέρα και οι γενικόλογες δηλώσεις που ακούγονται «ευχάριστα» χωρίς όμως να αντιστοιχούνται σε δράσεις. Αυτό που λείπει είναι η συστηματική δουλειά, ο μακροχρόνιος σχεδιασμός που να πατά πάνω σε πραγματικά δεδομένα.

Μιλώντας για δεδομένα, οι αυτοδιοικητικοί και επιχειρηματικοί φορείς της Περιφέρειας θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι το 34% του ΑΕΠ της Περιφέρειας Β.Αιγαίου παράγεται από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, 17% οφείλεται στον τομέα εκμετάλλευσης σπιτιών και καταστημάτων (πραγματικά και τεκμαρτά ενοίκια από ιδιόχρηση), 10% από το εμπόριο και μόλις 5% από τον πρωτογενή τομέα, 4% από τη μεταποίηση και 7% από τον κλάδο ξενοδοχείων-εστιατορίων. Με τα στοιχεία αυτά γίνεται αντιληπτό ότι η οικονομία των νησιών στηρίζεται στη κατανάλωση που τροφοδοτεί ο δημόσιος τομέας και όχι από τα έσοδα του ιδιωτικού τομέα που δεν μπόρεσε να γίνει μέχρι σήμερα ανταγωνιστικός. Με βάση αυτά και άλλα δεδομένα (όπως για παράδειγμα τα στοιχεία του ΦΠΑ) θα έπρεπε να προχωρά πρώτα η ανάλυση, μετά ο σχεδιασμός με βάση τα υπάρχοντα εργαλεία (εθνικές και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις για αναβάθμιση υποδομών, παραγωγικού, ανθρώπινου και φυσικού κεφαλαίου), και στη συνέχεια τα αιτήματα για αλλαγές στις εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές ώστε να λάβουν υπόψη τη νησιωτικότητα. Χρειαζόμαστε και νέες επενδύσεις αλλά στη συζήτηση για τον νέο αναπτυξιακό νόμο είμαστε απόντες. Εμείς προτάσεις έχουμε και τις καταθέτουμε.
κα Περιφερειάρχη,
-          Δεν αρκεί να πηγαίνετε στα διάφορα διεθνή φόρα όπως πριν μερικές ημέρες στο Ντουμπρόβνικ και να λέτε ότι το Β.Αιγαίο χρειάζεται μέτρα στήριξης για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις του μεταναστευτικού, αλλά ταυτόχρονα να απουσιάζετε πλήρως από τη συζήτηση για τον αναπτυξιακό νόμο, να μην είστε η πρώτη που πετυχαίνει χρηματοδοτήσεις από το πακέτο Γιούγκερ αφού όλοι γνωρίζουν ότι το προσφυγικό έχει επιβαρύνει ιδιαίτερα τα νησιά μας, να φτιάχνεται γραφείο στις Βρυξέλλες που δεν ξέρει κανείς τι κάνει, να μην προχωράτε δράσεις όπως το Κέντρο Φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανηλίκων και την αναστήλωση των θερμοπηγών στη Θερμή που εσείς πομπωδώς ανακοινώσατε ως μεγάλες επιτυχίες σας.
-          Δεν μπορείτε να αναφέρεστε δεξιά και αριστερά για ανάπτυξη των ειδικών μορφών τουρισμού για τουρισμός 365 ημερών όπως κάνατε προχτές στην Ευρωπαϊκή Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη και να μην έχετε κάνει απολύτως τίποτα για την ανάπτυξη του τουρισμού ευεξίας, του του θαλάσσιου τουρισμού, του συνεδριακού τουρισμού, του φυσιολατρικού τουρισμού, του  των νησιών αξιοποιώντας συγκριτικά πλεονεκτήματα και υπαρκτές υποδομές.
-          Δεν μπορείτε να ανακοινώνετε τη δημιουργία επιτροπής του ΠΣ για την διαχείριση της προσφυγικής κρίσης και των συνεπειών της –γεγονός που θα επέτρεπε να συζητήσουμε επιτέλους το αναπτυξιακό θέμα των νησιών- και 3 μήνες μετά να μην έχει γίνει απολύτως τίποτα.
Κυρία Περιφερειάρχη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Που είναι το ολοκληρωμένο σχέδιο σας 16 μήνες μετά την ανάληψη της Περιφέρειας; Φαίνεται να αγνοείτε ότι η ευθύνη της χάραξης και της υλοποίησης της αναπτυξιακής στρατηγικής είναι δική μας αρμοδιότητα και ευθύνη.

Η αύξηση του ΦΠΑ στη χώρα είναι πράγματι μια αρνητική εξέλιξη για μόνιμους κατοίκους και τουρισμό και η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος των νησιών επίσης. Δεν είναι όμως η καταστροφή όπως ισχυρίζεστε. Καταστροφή αποτελεί η συνέχιση της πολιτικής των προκατόχων σας να προχωράτε έτσι χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχους. Γιατί και με μηδενικό ΦΠΑ τα πράγματα δεν θα ήταν καλύτερα.
Το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ και εγώ προσωπικά είμαστε εδώ για να καυτηριάσουμε τα λάθη και να συμβάλουμε σε λύσεις με τις προτάσεις μας.

Γιάννης Σπιλάνης

Περιφερειακός Σύμβουλος με τον συνδυασμό ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ

Αναπτυξιακός νόμος σε διαβούλευση: μια περίεργη σιωπή όλων

Αναπτυξιακός νόμος σε διαβούλευση: μια περίεργη σιωπή όλων

Η δημοσίευση του σχεδίου του αναπτυξιακού νόμου συμπίπτει όχι τυχαία μάλλον με την αναμενόμενη θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης του 3ου μνημονίου και της έναρξης του διαλόγου για τη διευθέτηση του χρέους. Ο πολιτικός θόρυβος που γίνεται γύρω από το θέμα αυτό (αυτό που γίνεται δεν μπορείς να τον ονομάσεις και διάλογο) έχει οδηγήσει σε πλήρη αγνόηση του σημαντικού και πολυαναμενόμενου νομοσχεδίου, του αναπτυξιακού νόμου. Η σιωπή αυτή δεν προέρχεται μόνο από τα κόμματα αλλά και από τους άμεσα ενδιαφερόμενους περιφερειακούς και επιχειρηματικούς φορείς. Σημεία των καιρών αποτελεί η σιωπή επί θεμάτων ουσίας για τα οποία χρειάζεται ανάλυση και τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ενώ υπάρχει φλυαρία για τα ασήμαντα.
Για να τεκμηριωθεί η αλλαγή ενός νόμου αλλά και η νέα κατεύθυνση που δίνεται πρέπει να βασίζεται σε στοιχεία, όπως, μεταξύ άλλων, το πόσες επενδύσεις έγιναν προ και κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα ποσά που δόθηκαν, οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν, οι τομείς στους οποίους έγιναν και η χωροθέτηση τους για να διαπιστωθούν τα αποτελέσματα του και να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του στην επίλυση χρόνιων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας (πχ. αύξηση απασχόλησης, αύξηση εξωστρέφειας, μείωση περιφερειακών ανισοτήτων κλπ). Δυστυχώς τέτοια στοιχεία δεν δημοσιοποιήθηκαν (έστω και αν η οικονομική κατάσταση της χώρας υποδηλώνει έμμεσα την πλήρη αποτυχία των προηγούμενων νόμων) και επομένως η προσέγγιση μας θα είναι αναπόφευκτα ατελής και ποιοτική. Να περιμένουμε από τη Περιφέρεια να κάνει έναν απολογισμό της εφαρμογής των αναπτυξιακών νόμων και να καταθέσει προτάσεις έστω και κατόπιν εορτής;

Στα θετικά σημεία του νόμου θα πρέπει κανείς να αναφέρει:
-          Τη πρόβλεψη ενίσχυσης κατά προτεραιότητα επιχειρήσεων εξωστρέφειας και καινοτομικότητας για παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας με αξιοποίηση ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, δικτύωση  και/ή συγχώνευση επιχειρήσεων, επιχειρήσεων με μικρό οικολογικό αποτύπωμα (άρθρα 1 & 12)
-          Την συμπερίληψη με διαφορετικό ελάχιστο μέγεθος επένδυσης των διαφορετικών κατηγοριών-τύπων επιχειρήσεων και την συμπερίληψη σε ξεχωριστές κατηγορίες των πολύ μικρών επιχειρήσεων, των συνεταιριστικών και των ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. (άρθρο 6)
-          Την εξαίρεση από τις κρατικές ενισχύσεις σειράς παραγωγικών κλάδων που δεν τηρούν εξ ορισμού τις κορυφαίες προτεραιότητες της εξωστρέφειας και της καινοτομικότητας (άρθρο 7).
-          Την επαναφορά στη πρώτη γραμμή των κινήτρων τις φορολογικές ελαφρύνσεις αντί των άμεσων επιδοτήσεων γεγονός που ενισχύει τις «σοβαρές» επιχειρήσεις (άρθρο 10).
-          Την υπαγωγή σε ειδικό καθεστώς επιχειρήσεις που βρίσκονται σε μειονεκτικές περιοχές όπως είναι οι ορεινές, οι παραμεθόριες, οι νησιωτικές (για νησιά μικρότερα των 3.000 κατοίκων), οι περιοχές με υψηλή πληθυσμιακή μείωση και οι περιοχές με υψηλές μεταναστευτικές ροές (άρθρο 12).  Ενδιαφέρον θα είναι να δούμε αν τα κριτήρια αυτά θα εκτιμηθούν και αθροιστικά, αυξάνοντας τα ποσοστά ενίσχυσης όσων περιοχών πληρούν παραπάνω από ένα κριτήρια.
-          Την μακροχρόνια παρακολούθηση των επιχειρήσεων που επωφελούνται από κρατικές ενισχύσεις για το κατά πόσο τηρούνται οι δεσμεύσεις με δεδομένα τα κρούσματα που είχαμε στο παρελθόν με επιχειρήσεις που αφού πήραν τις επιδοτήσεις, είτε χρεωκόπησαν, είτε μετανάστευσαν, χωρίς κυρώσεις (άρθρο 22).
-          Την ετήσια αξιολόγηση του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων μέσα από έκθεση στη Βουλή και το καθεστώς διαφάνειας που προωθείται, αρκεί βέβαια στη πράξη να υλοποιηθούν γνωρίζοντας ότι η έλλειψη «ποινών» για την αθέτηση τέτοιων υποχρεώσεων οδηγεί συχνά στην απαξίωση τους (άρθρα 30 και 31). Η αξιολόγηση του καθεστώτος να πρέπει γίνεται με τη χρήση σύγχρονων εργαλείων όπως είναι εκείνο της χωρικής εκτίμησης επιπτώσεων που έχει ήδη υιοθετήσει η ΕΕ.

Στα «προβληματικά» σημεία του νομοσχεδίου θα πρέπει να αναφερθούν:
-          Η έλλειψη σαφούς δέσμευσης για το ύψος της ίδιας συμμετοχής (πέρα από το δάνειο) που δεν μπορεί παρά να είναι τουλάχιστον 20% του επενδυτικού σχεδίου και να πιστοποιείται με δέσμευση του ποσού σε έναν λογαριασμό για να αποφευχθούν πρακτικές του παρελθόντος με «καταθέσεις της μιάς μέρας».
-          Η έλλειψη σαφούς βαθμονόμησης των κριτηρίων επιλογής των επενδύσεων ώστε η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα πραγματικά να υπερτερήσουν σε σχέση με την «ασφάλεια» των επενδυτικών σχεδίων. Γνωρίζουμε καλά ότι οι τράπεζες, αφού χρηματοδότησαν κατά καιρούς το οτιδήποτε με αποτέλεσμα τα υψηλά κόκκινα δάνεια σήμερα, προτιμούν τις «quick and dirty» επενδύσεις από τις επενδύσεις με ποιοτικά χαρακτηριστικά. Ας ελπίσουμε ότι οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις θα δώσουν ξεκάθαρο μήνυμα για τις προτεραιότητες. Ας γίνει κατανοητό: τα νησιά δεν μπορούν να ξεπεράσουν τις ιδιαιτερότητες τους και να γίνουν ελκυστικά και ανταγωνιστικά παρά μόνο όταν βασιστούν στη ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.
-          Την ενιαία λειτουργία των κριτηρίων πχ. σε ότι αφορά τις επιλέξιμες επενδύσεις αλλά και το ελάχιστο ύψος τους θεωρώντας ότι σε όλη τη χώρα μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν οι ίδιες επιχειρήσεις και παράλληλα το ελάχιστο μέγεθος μιας επιχείρησης για να  υποστηριχθεί μπορεί και πρέπει να είναι το ίδιο στην Αττική και στην Ανάφη ή στο Τσεπέλοβο λαμβάνοντας υπόψη τη παραγωγική δομή των επιμέρους περιοχών. Κρίσιμο στην αναπτυξιακή πολιτική είναι να καταταγούν οι περιοχές της χώρας σε 3-4 μεγάλες κατηγορίες (αστικές περιοχές μέχρι 50.000 το λιγότερο), αγροτικές περιοχές, ορεινές και νησιωτικές και τα κριτήρια να διαφοροποιηθούν ανάλογα.  

Τέλος σε ότι αφορά στη νησιωτικότητα φαίνεται να έχει ληφθεί υπόψη μόνο σε ένα κριτήριο που αφορά στην ένταξη σε ειδικό καθεστώς των νησιών με πληθυσμό λιγότερο από 3.000 κατοίκους. Θα θέλαμε να γνωρίζουμε πόσες και τι μεγέθους επενδύσεις έγιναν σ’αυτά τα νησιά τα προηγούμενα χρόνια σε σχέση με τα άλλα νησιά και με την ηπειρωτική χώρα για να διαπιστώσουμε αν η ρύθμιση αυτή είναι αποτελεσματική.
Η δική μας πρόταση για τον νησιωτικό χώρο έχει ως εξής:
-          Όλα τα νησιά –πλην Κρήτης- να υπαχθούν στην ίδια κατηγορία ενίσχυσης με αυτήν των μικρών νησιών και όχι μόνο τα νησιά κάτω των 3.000 κατοίκων, τα οποία ελάχιστα αφορούν επενδύσεις αυτού του ύψους.
-          Να μειωθούν τα κατώτερα όρια επένδυσης που επιτρέπεται να υπαχθούν στο νόμο κατά 50% για όλα τα νησιά κάτω των 5.000 κατοίκων ανεξαρτήτως επιπέδου ανάπτυξης. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι με βάση το άρθρο 107, παρ. 3c της Συνθήκης της Λισαβώνας τα νησιά αυτά περιλαμβάνονται στο ευνοϊκότερο καθεστώς εθνικών ενισχύσεων ανεξαρτήτως επιπέδου ανάπτυξης και επομένως δεν νοείται η χώρα μας να μην υιοθετεί αυτό το όριο.
-          Να υπάρξουν εξαιρέσεις για νέες επενδύσεις σε τουριστικά καταλύματα για τα νησιά που θεωρούνται κορεσμένα (πχ. νησιά που στο χωροταξικό του τουρισμού κατατάσσονται στη κατηγορία των αναπτυγμένων) και εκεί να επιτρέπονται μόνο αναβαθμίσεις μονάδων και επενδύσεις σε ειδικές μορφές τουρισμού.
-          Να υπάρξει δυνατότητα επανακαθορισμού των κατηγοριών δραστηριοτήτων που ενισχύονται στα νησιά μετά από εισήγηση του Συμβουλίου Νησιωτικής Πολιτικής που πρέπει επιτέλους να ενεργοποιηθεί.
-          Οι θεωρούμενες μεγάλες επενδύσεις των νησιών, των οποίων οι φάκελοι κατατίθενται και εξετάζονται κεντρικά, να κατατίθενται στη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής (ΓΓΑΙΝΠ) στην οποία να δημιουργηθεί αντίστοιχη υπηρεσία. Αλλωστε, μετά την μεταφορά της ολόκληρης της ακτοπλοϊας στη ΓΓ Ναυτιλίας, δεν υπάρχει πλέον λόγος η ΓΓΑΙΝΠ να υπάγεται στο Υπουργείο Ναυτιλίας αλλά πρέπει να μεταφερθεί στο Υπουργείο Ανάπτυξης και να αποκτήσει κεντρικό ρόλο σε όλα τα θέματα νησιωτικής πολιτικής ώστε να έχει λόγο ύπαρξης.
-          Τα νησιά να θεωρούνται ως ειδική κατηγορία σε ότι αφορά στη παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής του νόμου.

Οι κρατικές ενισχύσεις για την τόνωση της υποτονικής εδώ και χρόνια επιχειρηματικότητας (ας σημειωθεί ότι προ κρίσης τα ποσοστά ιδιωτικών επενδύσεων είχαν μειωθεί σημαντικά και περίπου του 60% αυτών κατευθυνόταν στην οικοδομή κυρίως στα νησιά) είναι κρίσιμος παράγοντας για την αντιστροφή της πορείας. Όμως δεν αρκούν αφού πρέπει να συνοδευτούν από μια αναπτυξιακή στρατηγική εξειδικευμένη στις μεγάλες περιοχές της χώρας που θα δίνει το πλαίσιο στους ιδιώτες, ενώ ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός ΜΜΕ (και ειδικά πολύ μικρών επιχειρήσεων) απαιτεί αξιόπιστους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς στήριξης τους και προώθησης της καινοτομίας, της εξωστρέφειας και των άλλων χαρακτηριστικών στα οποία δίνει προτεραιότητα το παρόν νομοσχέδιο.

Η σιωπή της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, της καθ’ύλη αρμόδιας αυτοδιοικητικής δομής για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, αλλά και των οργανώσεων των επιχειρηματιών μας τρομοκρατεί. Το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ έχει προτάσεις και θα συνεχίσει να ενοχλεί ώστε να υπάρξει κινητοποίηση της Περιφέρειας και πρόσκληση τουλάχιστον των επικεφαλής των παρατάξεων με τους φορείς για μια σοβαρή συζήτηση.

Γιάννης Σπιλάνης

Περιφερειακός Σύμβουλος με το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ.

Σκοπιμότητα και νομιμότητα των αποφάσεων του δημόσιου τομέα

Στη χώρα μας, ένα σημαντικό πρόβλημα που αφορά τη λειτουργία του κράτους και της αυτοδιοίκησης είναι η μη διάκριση των αποφάσεων σκοπιμότητας από αυτές της νομιμότητας, δηλαδή που απορρέουν από την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας. Αποτέλεσμα αυτών είναι να λέμε συχνά ότι νομοθεσία έχουμε αλλά δεν εφαρμόζεται. Γιατί; Γιατί είτε λόγω έλλειψης ελέγχων (συχνά σκόπιμης με ή χωρίς πολιτική πίεση) από τη πλευρά των υπηρεσιών και των σχετικών εισηγήσεων (που και αυτές επηρεάζονται είτε από τον ενδιαφερόμενο είτε από τη πολιτική ηγεσία), είτε λόγω της άρνησης της πολιτικής ηγεσίας που (κακώς) είναι αυτή που αποφασίζει τελικά αν θα επιβληθεί ένα μικρό ή μεγάλο πρόστιμο (και εδώ πολλές φορές η νομοθεσία επιτρέπει ευνοϊκή μεταχείριση των "δικών μας παιδιών") με βάση την υπηρεσιακή εισήγηση, τελικά η νομοθεσία παρακάπτεται.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα όχι από τις Σκουριές, αλλά από τα ελαιοτριβεία που το γνωρίζω καλύτερα.
Ειδικά στη Λέσβο η συντριπτική πλειοψηφία των ελαιοτριβείων λειτουργεί εδώ και 15 χρόνια παράνομα αφού δεν έχουν περιβαλλοντική άδεια από τότε που η ΕΕ άλλαξε την νομοθεσία για το ποιά απόβλητα μπρούν να διατίθενται χωρίς επεξεργασία στον φυσικό αποδέκτη. Η υπηρεσία φοβούμενη κυρώσεις λόγω παράβασης καθήκοντος δεν υπέγραφε τις άδειες, που τις υπέγραφε ο τότε αιρετός αντινομάρχης περιβάλλοντος ή ο νομάρχης πολλές φορές με τη "πολιτική κάλυψη" του Νομαρχιακού Συμβουλίου. Δηλαδή ένα σώμα αιρετών αποφάσιζε την "αναστολή" του νόμου. Οι λόγοι; Προφανείς; Να μην θιγούν επιχειρηματίες, εργαζόμενοι, αγρότες με το αντίστοιχο πολιτικό κόστος. Αυτό συνεχίστηκε και με την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση μέχρι το 2015 όταν παρενέβει ο Εισαγγελέας και οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος με αποτέλεσμα τα πολιτικά όργανα να πάψουν να πέρνουν τις σχετικές "αποφάσεις" λόγω του κινδύνου να βρεθούν αυτοί αντιμέτωποι με τον εισαγγελέα για παράβαση καθήκοντος. (βλ .αναρτήσεις στο ioannispilanis.blogspot.com το 2014 & 2015). Η λειτουργία των περισσότερων δεν άλλαξε και το "πρόβλημα" εμφανίζεται κάθε φοιρά που θα γίνουν έλεγχοι. Δεν αντιμετωπίζεται κι'όλας
Τα πολιτικά όργανα (μονοπρόσωπα και πολυπρόσωπα) δεν έχουν καταλάβει ή -ακόμη χειρότερο- δεν θέλουν να καταλάβουν ότι βρίσκονται εκεί για να βρουν λύση στο θέμα πχ. χρησιμοποιώντας τις πιστώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για το σκοπό αυτό και όχι να παρεμβαίνουν για μη εφαρμογή του νόμου. Τα προβλήματα ανά την Ελλάδα, άπειρα.
Θα αναφερθώ και σε ένα παράδειγμα χωρίς πολιτική σκοπιμότητα για να φανεί το μέγεθος του προβλήματος. Στα Πανεπιστήμια τα αιρετά όργανα (μονοπρόσωπα και πολυπρόσωπα όπως η Σύγκλητος) καλούνται να αποφασίσουν όχι μόνο αν θα διαθέσουν τις πιστώσεις τους για την υλοποίηση του χ έργου, αλλά μετά να εγκρίνουν και αν οι διαιδικασίες υλοποίησης είναι νόμιμες. Η νομιμότητα εγκρίνεται μέσω ψηφοφορίας. Πρωτοφανές....
Από την άλλη είναι επίσης κατακριτέο, όταν υπάρχει ΝΟΜΙΜΗ άδεια και ΝΟΜΙΜΗ λειτουργία μιας επιχείρισης ένα τυπικό αίτημα πχ. για συμμόρφωση στη νομοθεσία (όπως προβλέπει η διαδικασία του νόμου) πρώτα απ'όλα να πρέπει να το υπογράφει ο Υπουργός και όχι ένας διοικητικός παράγοντας και δεύτερο να υπάρχει πίεση να μην το υπογράψει ο Υπουργός παρανομώντας.
Το θέμα της διάκρισης των αποφάσεων σκοπιμότητας (αυτών που καλούνται τα αιρετά όργανα νά πάρουν πχ. για τη διάθεση των πόρων τους αλλά πάντα μέσα στα όρια της νομιμότητας) και των αποφάσεων νομιμότητας (την εφαρμογή του νόμου που αν δεν είναι σωστός πρέπει να αλλάξεικαι όχι να παραβιαστεί) είναι πολύπλοκο αλλά πρέπει να λυθεί κατά προτεραιότητα. Οι πρώτες πρέπει να φέρνουν την υπογραφή των πολιτικών οργάνων που ελέγχονται πολιτικά για αυτές και οι δεύτερες από τα διοικητικά όργανα που πρέπει να ελέγχονται διοικητικά γι'αυτό.
Η σύγχυση που επικρατεί εδώ και δεκαετίες (συχνά ακούγεται η φράση από αιρετούς "εμένα ψήφισε ο κόσμος και εγώ θα πω πως θα γίνει" που αποτυπώνει το πρόβλημα) δεν είναι τυχαία. Αποτελεί τη βάση της διαπλοκής και της διαφθοράς μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Προτάσεις για αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και την συνεπή εφαρμογή της.

 Προς:  Κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη, Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  Κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κοι...