ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΗ ΚΡΙΣΗ
Συχνά οι πολιτικές παρατάξεις αλλά και τα μεμονωμένα άτομα που παρεμβαίνουν στη δημόσια συζήτηση για τη κρίση, αναφέρονται ότι το βασικότερο αντίδοτο στη δημοσιονομική κρίση είναι η ανάπτυξη, αφού μόνο αυτή μπορεί να δημιουργήσει εισοδήματα και πλεονάσματα.
Όμως σε ποια ανάπτυξη αναφέρονται; Διαβάζοντας αναλυτικότερα τις προτάσεις τους φαίνεται να μην έχουν συνειδητοποιήσει το πραγματικό περιεχόμενο του όρου «ανάπτυξη» που αναφέρεται στην αναγκαιότητα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μέσα από δημιουργία νέων επιχειρήσεων ή την υποστήριξη υπαρχουσών μονάδων που να μπορούν είτε να εξάγουν στις διεθνείς αγορές είτε να παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες τέτοιες που να «αποκρούουν» αντίστοιχες εισαγωγές.
Πολλοί φαίνεται να μην έχουν συνειδητοποιήσει ότι αυτό που περιγραφόταν ως ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια δεν ήταν παρά μια τεχνητή αύξηση του ΑΕΠ της χώρας και του εισοδήματος των πολιτών βασισμένη σε ιδιωτικό και κύρια σε δημόσιο δανεισμό, γεγονός που μας οδήγησε σε υπέρογκα χρέη που δεν μπορούσαν πλέον να καλυφθούν από νέο δανεισμό. Για το λόγο αυτό όταν συζητούν για την «νέα» ανάπτυξη, δεν λένε τίποτα περισσότερο απ’ότι γινόταν μέχρι χθες. Οι προτάσεις δεν επικεντρώνονται και δεν ιεραρχούνται σε σχέση με πως θα ενισχυθεί άμεσα η παραγωγική δραστηριότητα και η αντίστοιχη απασχόληση πχ. στον τουρισμό, στη γεωργία, στη μεταποίηση κλπ με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε περιοχής αλλά συνεχίζουν να αποτελούν καταλόγους έργων χωρίς εσωτερική συνοχή και ιεράρχηση, ενώ δεν λείπουν οι προτάσεις που εξυπηρετούν απλά τοπικές ανάγκες (συχνά ψηφοθηρικού χαρακτήρα) χωρίς προοπτική. Δηλαδή επαναλαμβάνουν μία από τα ίδια που μας έφεραν μέχρι εδώ, αφού η υλοποίηση των έργων αυτών δεν θα δώσει καμία αναπτυξιακή ώθηση, δεν θα δημιουργήσει μόνιμες θέσεις εργασίας, δεν θα φέρει νέα έσοδα από τις πωλήσεις των προϊόντων και υπηρεσιών που θα παραχθούν και θα βγουν στην αγορά. Θα πρέπει να υπογραμμιστεί εδώ η δημιουργία υποδομών φέρνει άμεσα αποτελέσματα μόνο όταν δημιουργεί τις προϋποθέσεις για νέες παραγωγικές επενδύσεις και ότι απλά η ενίσχυση του κατασκευαστικού τομέα δεν οδηγεί πουθενά. 
Η πρόσφατη μελέτη για τα ευρωπαϊκά νησιά έδωσε ως βασικό αναπτυξιακό άξονα τα «ποιοτικά νησιά». Αναφέρεται στην αναγκαιότητα για στροφή των νησιών στη παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών ποιότητας που μπορούν να βρουν τις κατάλληλες αγορές βασισμένων στα ιδιαίτερα ξεχωριστά χαρακτηριστικά κάθε νησιού. Για παράδειγμα η παραγωγή προϊόντων με βάση το λάδι και το γάλα στη Λέσβο πρέπει να βασιστούν σε υψηλής ποιότητας πρώτη ύλη που σε συνδυασμό με παραδοσιακές συνταγές αλλά και νέα προϊόντα που υιοθετούν σύγχρονη τυποποίηση και προώθηση θα ανοίξουν νέες αγορές. Η περίπτωση της χιώτικης μαστίχας δείχνει το δρόμο.
Έναν αντίστοιχο δρόμο πρέπει να τραβήξει ο τουρισμός βασισμένος στο πλούσιο πολιτιστικό και φυσικό κεφάλαιο του νησιού. Είναι πρακτικά αδιανόητο το BBC να προβάλει ανέξοδα για μας στη ζώνη πρώτης ακροαματικότητας τη Λέσβο ως πατρίδα του Αριστοτέλη σε συνδυασμό με το φυσικό περιβάλλον, αλλά εδώ να γίνονται εισηγήσεις για δημιουργία ακτών ή να δαπανώνται πολλά χρήματα για τουριστική προβολή  …. σε τοπικά ΜΜΕ για εκλογικούς λόγους. Δεν μπορεί η Λέσβος να είναι γνωστή ως πατρίδα της Σαπφώς, του Ελύτη αλλά και του Θεόφραστου, ως βασικός προορισμός μεταναστευτικών πουλιών, ως πατρίδα του Θεόφιλου και του Teriade με μοναδικά μουσεία, να μας προτείνουν από την Ουνέσκο να την αναδείξουμε ως μοναδικό παγκόσμιο γεωλογικό μνημείο κλπ και να προωθούνται έργα που όχι μόνο αγνοούν αλλά και υποβαθμίζουν αυτό το πλούτο με κατασκευές που παραβιάζουν τον νόμο και την αισθητική, ενώ είναι αναπτυξιακά «άχρηστες».
Ακόμη η ποιότητα στις βασικές υπηρεσίες όπως το κατάλυμα και η διατροφή πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο συστηματικής δουλειάς με όλους τους εμπλεκόμενους, ώστε να επαναφέρουμε την ελληνική φιλοξενία και την αυθεντικότητα στο κέντρο της υποδοχής στα μικρά οικογενειακά καταλύματα και εστιατόρια. 
Το πρόβλημα των σκουπιδιών που υποβαθμίζει τον τουρισμό αλλά και τη ποιότητα ζωής όλων μας δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο πολιτικής διαμάχης υπεράσπισης συμφερόντων, αλλά θα πρέπει να οδηγήσει στην κινητοποίηση και της τελευταίας λεσβιακής οικογένειας για διαχωρισμό στη πηγή και ανακύκλωση των υπολειμμάτων. 
Ενας πρέπει να είναι ο στόχος: ο νέος στρατηγικός αναπτυξιακός της Λέσβου που επιβάλλεται από τον Καλλικράτη πρέπει να αποτελέσει την αρχή μιας «επανάστασης» που θα ανατρέψει παγιωμένες ιδέες και συμφέροντα. Η λεσβιακή κοινωνία δεν αντέχει άλλη κρίση, ούτε άλλη οπισθοδρόμηση. Η σωστή αξιοποίηση των ευκαιριών με σωστή χρήση των περιορισμένων πόρων είναι μονόδρομος.

Γιάννης Σπιλάνης
ΟΙ «ΕΛΙΕΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ»:  O ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΓΕΩΡΓΙΑ…….. ΑΛΛΙΩΣ.
Ξεφυλλίζοντας ένα από τα πολλά περιοδικά μαγειρικής είδα ένα άρθρο με τίτλο «Οι ελιές της χρονιάς». Στην αρχή νόμισα ότι θα ήταν ακόμη μερικές συνταγές που ίσως είχαν ενδιαφέρον, αλλά από τις πρώτες γραμμές του άρθρου ήταν προφανές ότι αφορούσε ένα πρόγραμμα εναλλακτικού τουρισμού στη Κέα με βάση τη συλλογή της ελιάς και το μαγείρεμα της με διάφορους τρόπους από μια γνωστή μαγείρισσα της Ελλάδας. Στο άρθρο υπήρχε και η σχετική ιστοσελίδα και μπήκα στον πειρασμό να την εξερευνήσω (www.keartisanal.com).
Με τη περιήγηση της ιστοσελίδας άρχισαν οι εκπλήξεις. Από τις πρώτες φωτογραφίες και γενικότερα από το στήσιμο της σελίδας, ήταν εμφανής η προσπάθεια να «τραβήξει» τον περιηγητή του διαδικτύου να προχωρήσει να μάθει περισσότερα πρώτα για τον τόπο όπου προσφερόταν αυτό το διαφορετικό τουριστικό προϊόν και  στη συνέχεια λεπτομέρειες για το ίδιο το πρόγραμμα και τις ημερήσιες δραστηριότητες του. Μα η πιο μεγάλη έκπληξη αφορούσε τη τιμή: 1550€ για 6 ημέρες και αφορούσε μάζεμα ελιάς, παραγωγή λαδιού σε μικρό λιοτρίβι, περιηγήσεις, περιπάτους, επισκέψεις στη φύση και στα μνημεία του τόπου, μαθήματα μαγειρικής και ένα φάκελο με συνταγές. Η διανυκτέρευση ήταν επιπλέον, το κόστος της οποίας κυμαινόταν ανάλογα με το κατάλυμα που επέλεγε ο επισκέπτης.   
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε ότι τα έσοδα που προκύπτουν από την 6μελή ομάδα τουριστών από Αμερική και Καναδά για μια εβδομάδα πλησιάζουν τις 10.000€. Ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο όταν οργανώνοντας 4-5 γκρούπ το χρόνο μια οικογένεια μπορεί να βγάλει ένα παραπάνω από ικανοποιητικό οικογενειακό εισόδημα. Αλήθεια, αυτά γιατί δεν μπορούν να εφαρμοστούν στη Λέσβο;
Τα παραπάνω μου με έφεραν περίπου 15 χρόνια πίσω όταν σε ένα ανάλογο περιοδικό είχα διαβάσει για το «ελληνικό χαβιάρι». Τι ήταν; Απλά η πάστα ελιάς που σερβιριζόταν στα καλύτερα γαλλικά εστιατόρια σαν ορεκτικό αντί για το …..τοπικό βούτυρο. Από τότε άρχισα να διδάσκω σε σεμινάρια κατάρτισης τουρισμού αυτή την απλή συνταγή και τη παραλλαγή της με την αντζούγια που αποτελούν έναν καταπληκτικό μεζέ για να συνοδεύσουν ένα (και όχι μόνο) ποτήρι ούζο ως πιάτο καλωσορίσματος του φιλοξενούμενου επισκέπτη, «του τουρίστα».
Όμως για να εφαρμοστούν τα παραπάνω χρειάζεται μιαν άλλη στρατηγική, μιαν άλλη φιλοσοφία από τους ιδιοκτήτες των τουριστικών επιχειρήσεων και όλους τους εμπλεκόμενους στον τουρισμό: χρειάζεται γνώση και εκπαίδευση, παροχή ιδιαίτερου προϊόντος, ποιότητα στη προσφορά υπηρεσιών και προϊόντων, αυθεντικότητα, οργάνωση, αίσθημα φιλοξενίας και πάνω απ’ όλα επαγγελματισμό. Χρειάζεται φορείς που θα δουλέψουν  με στόχο, μεράκι και προοπτική. Χαρακτηριστικά που λείπουν από τον ελληνικό και ιδιαίτερα τον Λεσβιακό τουρισμό που έχουν μείνει προσκολλημένοι στον μαζικό τουρισμό των charter του ήλιου και της θάλασσας, στις φτηνές υπηρεσίες, στη προσπάθεια να ξεγελαστεί ο πελάτης δίνοντας του μη ποιοτικά προϊόντα, στην έλλειψη επαγγελματισμού. Τι να σου κάνει μετά η διαφήμιση; Αρχηστη πάει.
Σε αντίστοιχα συμπεράσματα θα κατέληγε όποιος παρακολούθησε την ημερίδα σχετική με το πρόγραμμα για τη γεωργία στα νησιά της Μεσογείου που οργάνωσε πριν μερικές ημέρες η Περιφέρεια Β.Αιγαίου. Οι επιστήμονες που παρουσίασαν τις έρευνες τους τόνισαν πόσα πολλά ειδικά και ξεχωριστό προϊόντα παράγει η λεσβιακή γη που είτε κινδυνεύουν με εξαφάνιση αφού αντικαθίστανται από ξένες ποικιλίες ή απλά δεν αξιοποιούνται παραμένοντας αζήτητα πάνω στα δέντρα. Το κλειδί και εδώ είναι η ποιότητα και η γνώση, στοιχεία απαραίτητα για να γίνει εφικτή η παραγωγή νωπών και μεταποιημένων προϊόντων της γης που να προσφέρονται σε καταναλωτές που ψάχνουν κάτι το διαφορετικό και θα αμείβουν ικανοποιητικά τους παραγωγούς τους. Αυτό επιβεβαίωσαν και οι φίλοι από τη Σαρδηνία που παρουσίασαν τις καλές πρακτικές που εφαρμόζουν στο νησί τους που τους επιτρέπουν να ζουν από τη δουλειά τους και να ευχαριστιούνται με αυτό που κάνουν.
Οι εκπρόσωποι της Σαρδηνίας μίλησαν όμως και για τους αναπτυξιακούς φορείς του τόπου τους που με σχεδιασμό και συστηματική προσπάθεια υποστηρίζουν με αποτελεσματικότητα τους αγρότες. Γνωρίζουν τι θέλουν και αξιοποιούν τα προγράμματα για να πετύχουν τους στόχους τους. Και δεν μένουν σε εκθέσεις που γίνονται για να «απορροφηθούν» (μαγική λέξη) τα χρήματα και μετά θα μπουν σε κάποιο συρτάρι χωρίς να δοθεί κάποια συνέχεια για τους πολλούς.
Όλα τα παραπάνω φέρνουν θλίψη γιατί μετά από τόσα παραδείγματα που έχουν αναφερθεί σε συναντήσεις που γίνονται χρόνια τώρα, τοπικοί φορείς και «επαγγελματίες» στη πλειοψηφία τους μένουν «κολλημένοι» σε πρακτικές που κάποτε έφερναν εύκολο και πολύ χρήμα για τους λίγους με επιδοτήσεις και προγράμματα, αλλά τώρα αποδεικνύονται αδιέξοδες για τους πολλούς. Τα λίγα καλά παραδείγματα που βασίστηκαν στην ατομική και αγωνιώδη προσπάθεια ορισμένων που αποφάσισαν να βγούν από τον εύκολο δρόμο και να ακολουθήσουν αυτόν της ποιότητας, μένουν περιθωριακά παραδείγματα, οι εξαιρέσεις για να πιστοποιείται ο κανόνας. Και βέβαια χωρίς υποστήριξη από τους φορείς που φτιάχτηκαν ακριβώς για αυτό το λόγο αλλά χρησιμοποιήθηκαν «αλλιώς» για να μας οδηγήσουν στη κρίση.
Σήμερα που οι καιροί είναι ιδιαίτερα δύσκολοι, με την ανεργία να καλπάζει, πρέπει επιτέλους οι πολίτες -και ιδιαίτερα οι νεώτεροι- να απαιτήσουμε την αξιοποίηση όλων των ευκαιριών για μια άλλη ανάπτυξη. Πρέπει οι πολίτες να δράσουμε με στόχο τη παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών ποιοτικών και ξεχωριστών που μπορεί να προσφέρει η λεσβιακή γη και ο λεσβιακός πολιτισμός. Χρειάζονται ανατροπές στη δράση των φορέων και των ανθρώπων που ασχολούνται με τα κοινά. Αλλιώς το γάλα και το λάδι θα πουλιούνται 1,7€ από το παραγωγό και η νέα μετανάστευση, αυτή των εκπαιδευμένων, θα φουντώνει.
Χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο και εναλλακτική προοπτική τώρα. Η ανάδειξη της Λέσβου ως γεωπάρκου μπορεί να δώσει αξία στο μόχθο του παραγωγού, να προβάλει τα ιδιαίτερα και σημαντικά φυσικά και πολιτιστικά της στοιχεία δημιουργώντας νέες θέσεις απασχόλησης. Η Μελίνα είχε συγκινήσει τη Γενική Συνέλευση της Ουνέσκο το 1994 όταν με το πρόγραμμα «Αιγαίο-Αρχιπέλαγος» είχε ονειρευτεί να μετατρέψει τα νησιά μας σε ένα απέραντο πολιτιστικό και τεχνολογικό πάρκο αναδεικνύοντας τις μοναδικότητες τους. Είκοσι χρόνια μετά ποιος θα πάρει τη σκυτάλη; 
Γιάννης Σπιλάνης,
Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ
Συμμετέχοντας σε μια ομάδα ευρωπαίων μελετητών για την αξιολόγηση των χρηματοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς τις περιοχές με μόνιμα φυσικά εμπόδια (νησιωτικές, ορεινές και αραιοκατοικημένες περιοχές της Ευρώπης), είχαμε ως καθήκον να μελετήσουμε πως χρησιμοποιήθηκαν τα ευρωπαϊκά κονδύλια τα τελευταία χρόνια και τι απέδωσαν στην ανάπτυξη των περιοχών αυτών με ελληνικά παραδείγματα την Στερεά Ελλάδα και το Βόρειο Αιγαίο.
Η ανάλυση των δεδομένων αυτών και οι συγκρίσεις με τις πρακτικές και τα αποτελέσματα άλλων χωρών επιβεβαιώνουν ότι ένας από τους παράγοντες που έχουν οδηγήσει τη χώρα στην πρωτοφανή σημερινή οικονομική κρίση είναι και η έλλειψη αναπτυξιακής στρατηγικής. Μιας στρατηγικής που:
(α)  θα κατεύθυνε τους αγρότες και τους επιχειρηματίες (μικρούς και μεγάλους) που δραστηριοποιούνται ή ήθελαν να δραστηριοποιηθούν στη παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών σε τομείς στους οποίους η χώρα αλλά και κάθε περιοχή ξεχωριστά μπορεί να είναι ανταγωνιστική και θα τους υποστήριζε σ’αυτή τους τη πορεία προς όφελος όλων μας,
(β) θα υποστήριζε τους κατοίκους ειδικά των νησιωτικών περιοχών όχι απλά να μείνουν στον τόπο τους αλλά για το πώς θα συμβάλλουν δημιουργικά για μια καλύτερη ποιότητα ζωής και σε ένα καλύτερο μέλλον των όλων μας, μέσα από τη παροχή των κατάλληλων υποδομών και υπηρεσιών σε μεταφορές, επικοινωνίες, εκπαίδευση και κατάρτιση, υγεία, πολιτισμό και αθλητισμό.
Αντίθετα αυτό που διαπιστώνεται (και υπογραμμίζεται από όσους έχουν γνώση της ελληνικής πραγματικότητας, έλληνες και ξένους) είναι η κατασπατάληση του 80% των ευρωπαϊκών πόρων σε πολύ ακριβά έργα υποδομών αλλά και σε διάφορα μικροέργα και δραστηριότητες «τοπικής σημασίας» που στοίχησαν πολλαπλάσια από τον αρχικό τους προϋπολογισμό και είτε δεν ολοκληρώθηκαν μετά από πολλά χρόνια ή ολοκληρώθηκαν και έμειναν ανενεργά δίνοντας ελάχιστη αναπτυξιακή ώθηση. Ταυτόχρονα χρηματοδοτήθηκαν ελάχιστες πραγματικά παραγωγικές και καινοτόμες δράσεις που θα βελτίωναν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, αυξάνοντας την εξάρτηση μας από δανεικά χρήματα. Όλα αυτά έγιναν χωρίς σχέδιο και χωρίς αναπτυξιακή προοπτική για τον τόπο και τους ανθρώπους του, αλλά στη βάση «προσωπικών» παρεμβάσεων για την εξυπηρέτηση πολιτικών πελατειακών σχέσεων (βλέπε κάθε είδους εργολάβους και προμηθευτές του δημοσίου) και την ικανοποίηση «λαϊκών αιτημάτων», δηλαδή της συγκέντρωσης ψήφων.
Αυτή η κατάσταση φάνηκε ιδιαίτερα όταν έπρεπε να επιλέξουμε μία από τις δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν τα τελευταία 10 χρόνια και είχαν πολλαπλασιαστικά σε σχέση με την αρχική επένδυση αναπτυξιακά οφέλη για τον τόπο ώστε να την αναδείξουμε ως καλή πρακτική που θα μπορούσε να προβληθεί και να αξιοποιηθεί από άλλες περιοχές της Ευρώπης με παρόμοια χαρακτηριστικά. Όμως η αναζήτηση της καλής πρακτικής έφερε στην επιφάνεια πολλές «κακές» αναπτυξιακές πρακτικές και ιδιαίτερα σοβαρό έλλειμμα διακυβέρνησης, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο λαμβάνονται και υλοποιούνται οι αναπτυξιακές αποφάσεις. Η έλλειψη οράματος και στρατηγικού σχεδίου δράσης στη δημιουργία του οποίου πρέπει συμμετέχει ενεργά μια ενημερωμένη και έτοιμη να συμβάλλει με τη δράση της κοινωνία μέσα από μια διάφανη διαδικασία διαβούλευσης και συναπόφασης έχει οδηγήσει στην τραγική απώλεια ευκαιριών. Αντίθετα επικράτησε συναλλαγή και διαφθορά μεταξύ πολιτικών, μέρους της διοίκησης και «επιχειρηματιών» τα αποτελέσματα των οποίων όλοι βιώνουμε σήμερα με τραγικό τρόπο σε εθνικό και τοπικό επίπεδο.
Τελικά επιλέξαμε ως καλύτερη πρακτική αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων τη δημιουργία του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Σιγρίου στη Λέσβο όχι τόσο για το έργο του της κατασκευής του Μουσείου και της ανάδειξης του μοναδικού Απολιθωμένου Δάσους αλλά κυρίως για την προσπάθεια του από τη μια πλευρά να στηρίξει την τοπική αγροτική και επιστημονική παραγωγή και από την άλλη να «διαφημίσει» τη Λέσβο σε παγκόσμιο επίπεδο ως μοναδικό προορισμό για ανθρώπους που θέλουν να γνωρίσουν κάτι ξεχωριστό. Μια προσπάθεια που δεν κινείται με γνώμονα την «απορρόφηση» κονδυλίων, αλλά με στρατηγική για την ανάδειξη της Λέσβου ως γεωπάρκου με τη σφραγίδα της Ουνέσκο με πολλαπλάσια οφέλη για το σύνολο του νησιού. Η απόφαση της πλειοψηφίας του Δημοτικού Συμβουλίου να αναδείξει τον φυσικό και πολιτιστικό πλούτο του νησιού ως κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα και αναπτυξιακό μοχλό ίσως να επιβεβαιώσει την επιλογή μας αυτή.
Ας ελπίσουμε ότι η απόφαση αυτή θα αποτελέσει την αρχή για μια στροφή στην αντιμετώπιση του αναπτυξιακού προβλήματος της Λέσβου, αλλά και καλό «παράδειγμα» για άλλους. Όμως η επιτυχία της όποιας δράσης δεν μπορεί να βασίζεται σε μια συμφωνία «κορυφής», αλλά σε μια συνεργασία των πολλών που επιτέλους θα βασίζεται στην λογική της εξυπηρέτησης του κοινού συμφέροντος, του κοινού στόχου: της ευημερίας του συνόλου της κοινωνίας. 
Γιάννης Σπιλάνης
Η ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΛΩΜΑΡΙΤΩΝ
Παρακολουθώντας την τοπική επικαιρότητα δεν μπορεί κανείς να μείνει αδιάφορος από την “εξέγερση” των Πλωμαριτών εξ αιτίας δύο γεγονότων που κάποιοι θα πουν ότι συνδέονται απόλυτα μεταξύ τους και άλλοι ότι απλά τυχαίνει να συμβαίνουν ταυτόχρονα: (α) η κατάργηση του Δήμου Πλωμαρίου με τη δημιουργία του Δήμου Λέσβου που οδηγεί (αναπόφευκτα άραγε;) στην υποβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρονται στους δημότες και (β) η κατάργηση – συγχώνευση σε επίπεδο νησιού των Δημόσιων Υπηρεσιών και των Υπηρεσιών Δημοσίου Συμφέροντος (Κοινής Ωφέλειας) όπως ΔΟΥ, γραφεία ΟΤΕ, ΔΕΗ κλπ  
Η αγανάκτηση συνδέεται σίγουρα και με την σοβαρή κρίση που διανύουμε και πλήττει όλους περισσότερο ή λιγότερο, ενώ ο νέος Δήμος μη έχοντας την ευχέρεια για ανεξέλεγκτες δαπάνες όπως γινόταν μέχρι το 2010 δεν έχει ούτε καν τη δυνατότητα να εκτελέσει οποιοδήποτε έργο στη περιοχή αφού δεν υπάρχει κρατική χρηματοδότηση. Ακόμη και τα όποια έργα του ΕΣΠΑ που θα μπορούσαν να δώσουν μια ανάσα στη περιοχή καρκινοβατούν γιατί οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν ενεργοποιούνται. Η αφορμή όμως για κοινή αντίδραση των κατοίκων δόθηκε από την κατάργηση ενός «κεκτημένου δικαιώματος», τη πρόσβαση σε υπηρεσίες που θα πρέπει προσφέρονται σε επιχειρήσεις και πολίτες χωρίς να πρέπει να μετακινούνται μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.
Από τις δηλώσεις είτε των πρωταγωνιστών της εξέγερσης (δηλαδή των μελών του συντονιστικού), είτε των απλών πολιτών γίνεται φανερή η αγωνία της επιβίωσης των ίδιων και γενικότερα του τόπου τους. Ερώτημα είναι κατά πόσο η αγανάκτηση αυτή είναι δικαιολογημένη από όσα συμβαίνουν τώρα και προς τους σωστούς αποδέκτες ή αποτέλεσμα της καθοδήγησης όσων ψαρεύουν στα «θολά νερά» και κατά πόσο είναι πολύ καθυστερημένη γιατί θα έπρεπε οι Πλωμαρίτες να έχουν «αγανακτήσει» και «εξεγερθεί» πολλά χρόνια πριν όταν «κατέρρεε» οικονομικά και δημογραφικά η ευρύτερη περιοχή και οι «αρμόδιοι» δημοτικοί και νομαρχιακοί άρχοντες περί άλλα τύρβαζαν. Επομένως μπαίνει και το ερώτημα: προς ποιόν θα πρέπει να απευθυνθούν οι διαμαρτυρίες; Μόνο προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και το κεντρικό κράτος ή και προς όλους αυτούς που διαχειρίστηκαν την τοπική εξουσία τα τελευταία χρόνια για τις πράξεις και τις παραλήψεις τους. Είναι τυχαίο άραγε πως όλοι με ευκολία υποστηρίζουμε ότι «οι άλλοι φταίνε;». Μια εύκολη ελληνική πρακτική ώστε να μην αναλαμβάνουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν.
Είναι γεγονός ότι το αναπτυξιακό πρόβλημα της επαρχίας Πλωμαρίου είναι αρκετά παλαιό (προσωπικά το έχω μελετήσει από τη δεκαετία του ‘90) και τέθηκε ξανά στο σχετικό συνέδριο που οργάνωσε το «Πόλιον» την περασμένη άνοιξη. Μπορεί κανείς να συμφωνεί ή να διαφωνεί με την μία ή την άλλη πρόταση που ακούστηκε, αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν δόθηκε καμία οργανωμένη συνέχεια σ’αυτή τη προσπάθεια από την τοπική αρχή ώστε, σε συνεργασία με όσους ενδιαφερθήκαμε να συνεισφέρουμε στον προβληματισμό και με τους πολίτες του τόπου, να προχωρήσει η επεξεργασία ενός ρεαλιστικού τοπικού σχεδίου που στη συνέχεια θα εντασσόταν στο ευρύτερο επιχειρησιακό σχέδιο που ο Δήμος όφειλε να έχει ήδη καταρτίσει.
Παρόμοιοι προβληματισμοί έχουν ακουστεί και σε άλλα μέρη του νησιού, αλλά και σε άλλα νησιά τα τελευταία 25 χρόνια μέσα από ανάλογες διαδικασίες στη προσπάθεια να βρεθεί τι φταίει για την οικονομική, δημογραφική και πολιτιστική καχεξία και κυρίως πως αντιμετωπίζονται τα αναπτυξιακά προβλήματα στη πλειοψηφία των νησιών.
Επειδή παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζει σχεδόν το σύνολο των ευρωπαϊκών νησιών, εκπονήθηκε πρόσφατα μελέτη για τον εντοπισμό των προβλημάτων και κυρίως για τη διερεύνηση της αναπτυξιακής στρατηγικής και της πρότασης των κατάλληλων πολιτικών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η απάντηση που δόθηκε δικαιώνει εν μέρει τους Πλωμαρίτες. Τα νησιά εξ αιτίας των ιδιαιτεροτήτων τους (μικρό μέγεθος, απομόνωση και περιφερειακότητα, ύπαρξη ιδιαίτερων, σημαντικών αλλά και εύθραυστων περιβαλλοντικών και πολιτιστικών πόρων) παρουσιάζουν χαμηλή ελκυστικότητα στη προσέλκυση αναπτυξιακών δραστηριοτήτων και μονίμων κατοίκων. Το πρόβλημα αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις ενιαίες πολιτικές που εφαρμόζονται ομοιόμορφα σε Ελλάδα και Ευρώπη χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά αυτά. Προτάθηκε λοιπόν η ανάπτυξη των νησιών να στηριχθεί στο εξής αλληλένδετο τρίπτυχο:
-          «Ποιοτικά Νησιά» που θα εστιάζουν τη παραγωγή τους σε προϊόντα και υπηρεσίες ποιότητας που θα αξιοποιούν τους τοπικούς πόρους και θα απευθύνονται σε ειδικές αγορές
-           «Πράσινα νησιά» που θα προστατεύουν και θα αξιοποιούν τους περιορισμένους φυσικούς πόρους που διαθέτουν
-          «Νησιά ίσων ευκαιριών» που θα επιτρέπουν την εύκολη πρόσβαση των κατοίκων τους και των επιχειρήσεων τους σε όλες τις Υπηρεσίες Δημοσίου Συμφέροντος που είναι απαραίτητες με τρόπο ανάλογο με αυτό της ηπειρωτικής χώρας. Οι νησιώτες δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως πολίτες 2ης κατηγορίας.  
Τους δικαιώνει μόνο εν μέρει γιατί ενώ τόσα χρόνια οι υπηρεσίες αυτές υπήρχαν στη περιοχή, η «ερήμωση» της συνεχίστηκε εξ αιτίας λανθασμένων αναπτυξιακών επιλογών τόσο στον τουρισμό όσο και στη γεωργία που δεν αξιοποίησαν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής, αλλά προσπάθησαν να ακολουθήσουν πρότυπα άλλων περιοχών. Προσπάθειες για την ανάπτυξη του αγροτουρισμού, του περιπατητικού τουρισμού, του πολιτιστικού τουρισμού και του τουρισμού δραστηριοτήτων με έμφαση τα τοπικά χαρακτηριστικά δεν υποστηρίχθηκαν αν δεν πολεμήθηκαν, ενώ προσπάθειες για τυποποιημένα αγροτικά προϊόντα ποιότητας είχαν μετρημένους στα δάχτυλα θιασώτες. Οι πολλοί προτίμησαν τις επιδοτήσεις, την οικοδομή, τον κλασσικό τουρισμό παραλίας αλλά και τις μικρο-υποδομές που έφερναν «ζεστό χρήμα» στη περιοχή, αδιαφορώντας για την μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή τους προοπτική ακόμη μάλιστα και αν με τις επιλογές τους αυτές συχνά αλλοίωναν την πανέμορφη πόλη τους (ευτυχώς μόνο !!!! την παραλιακή της ζώνη) παρά τις αντίθετα υποδείξεις που γίνονταν χρόνια τώρα.
Σε ότι αφορά τις υπηρεσίες που σχεδιάζεται να πάψουν να λειτουργούν πέρα από την έδρα της πρωτεύουσας κάθε νομού (δυστυχώς) για λόγους εξοικονόμησης πόρων και μείωσης προσωπικού, θα πρέπει η δημοτική αρχή να φροντίσει μέσα από τη λειτουργία των αναβαθμισμένων ΚΕΠ σε κάθε δημοτική και κοινοτική ενότητα να παρέχει τόσο όλες τις δημοτικές υπηρεσίες όσο και τις αντίστοιχες υπηρεσίες τρίτων με πολυδύναμους υπαλλήλους και τις κατάλληλες προγραμματικές συμβάσεις. Παραδείγματα υπάρχουν από την εποχή που οι κοινοτικοί υπάλληλοι ήταν και ανταποκριτές του ΟΓΑ. Ας αξιοποιηθούν.
Η ενοποίηση της Λέσβου σε ένα Δήμο είναι μια επικίνδυνη ευκαιρία για ολόκληρο το νησί. Υπάρχουν αρμοδιότητες όπως είναι αυτές του αναπτυξιακού σχεδιασμού που ασκούσε προηγούμενα η Νομαρχία (τουριστική και αγροτική ανάπτυξη, οδικό δίκτυο και συγκοινωνίες, έκδοση αδειών υγειονομικού ενδιαφέροντος, πολεοδομία και περιβάλλον) που μπορούν να  λειτουργήσουν πιο αποτελεσματικά σε επίπεδο νησιού (πχ. αξιοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων, τουριστική προβολή, λειτουργία ΧΥΤΥ κλπ). Υπάρχουν και οι καθημερινές συναλλαγές του πολίτη με τον Δήμο και τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας που δεν μπορεί παρά να ικανοποιούνται τοπικά χωρίς την δική του μετακίνηση. Είναι ένα στοίχημα οργάνωσης αλλά και πολιτικής βούλησης των νέων Δημοτικών Αρχών ώστε τα οφέλη από την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των Δήμων να είναι προς όφελος των πολιτών και της ανάπτυξης των νησιών και όχι το αντίθετο. 
Η πρωτόγνωρη κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα μας συνολικά και κάθε περιοχή ξεχωριστά δεν αντέχει προσκόλληση σε παλιές συνταγές και συνήθειες που είχαν δείξει τα όρια τους. Απαιτεί συλλογική δημιουργική δράση, προσφορά και αλληλεγγύη με στόχο το δημόσιο συμφέρον και την κοινωνική ευημερία. Χρειάζεται να βρεθούν νέοι τρόποι συνεργασιών, ένταση των προσπαθειών και όχι άγονοι ανταγωνισμοί.
Για τις λύσεις αυτές πρέπει να πεισθούμε οι πολίτες και να τις απαιτήσουμε.

Γιάννης Σπιλάνης,
Η Νησιωτική ανάπτυξη και η απαξίωση της εφαρμοσμένης έρευνας των ΑΕΙ από την Πολιτεία

Τον περασμένο Ιούνιο οργανώθηκε από το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (και Νησιωτικής Πολιτικής μετά τον τελευταίο ανασχηματισμό) διεθνές συνέδριο με θέμα «Σχεδιάζοντας το Μέλλον των Ευρωπαϊκών Νησιών: Προκλήσεις – Νέες Στρατηγικές» για να παρουσιαστούν τα συμπεράσματα της σχετικής μελέτης που είχε ανατεθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Η μελέτη προτείνει την υιοθέτηση μιας στρατηγικής που βασίζεται σε τρεις άξονες:
-          Ποιοτικά νησιά όπου υποστηρίζεται ότι οι μικρές επιχειρήσεις των νησιών για να παραμείνουν ανταγωνιστικές πρέπει να αξιοποιήσουν την παραγωγική, κοινωνική, πολιτιστική και περιβαλλοντική τους ταυτότητα και παράδοση παράγοντας αγαθά και υπηρεσίες ποιότητας και στοχεύοντας σε ειδικές αγορές.
-          Πράσινα νησιά όπου υποστηρίζεται ότι οι περιορισμένοι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι και η περιβαλλοντική ισορροπία των νησιών δημιουργούν μια εύθραυστη περιβαλλοντική κατάσταση και κατά συνέπεια πρέπει να αξιοποιηθούν οι παραδοσιακές πρακτικές και οι σύγχρονες τεχνολογίες για περισσότερο αποτελεσματική χρήση και επανάχρηση των φυσικών πόρων.
-          Νησιά ίσων ευκαιριών όπου μέσα από την σωστή οργάνωση και παροχή Υπηρεσιών Δημοσίου Συμφέροντος (πχ. μεταφορές, επικοινωνίες, υγεία, παιδεία, κατάρτιση κλπ)  ισοδύναμης ποιότητας και κόστους με εκείνες που παρέχονται στην ηπειρωτική Ευρώπη να δοθούν στις επιχειρήσεις και στους κατοίκους των νησιών ίσες ευκαιρίες για ανάπτυξη.

Την ίδια στιγμή, η Πολιτεία «συνεπής» στην αδιαφορία της σε αυτά τα συμπεράσματα παρουσιάζει νομοσχέδια στη Βουλή που οδηγούν στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση: ακόμη μεγαλύτερη μαζικοποίηση του τουρισμού και του παραθερισμού -που θα επιβαρύνουν περισσότερο τα νησιά που δέχονται σήμερα το 60% του τουρισμού της χώρας-, την ρύθμιση των αυθαιρέτων κτισμάτων -με δεδομένο τον τεράστιο αριθμό παράνομων κατασκευών που έχουν κτιστεί στα νησιά- και τον περιορισμό των εκ των προτέρων περιβαλλοντικών ελέγχων ειδικά για υποδομές και εγκαταστάσεις μεσαίας κλίμακας δηλαδή ακριβώς αυτές που αφορούν τα νησιά.

Η Πολιτεία «συνεπής» στην αναπτυξιακή στρατηγική που οδήγησε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση, επιμένει να θεωρεί τις κατασκευές και την κατοικία ως ατμομηχανή της οικονομίας, αδιαφορεί για τα επιχειρήματα εκείνων που θεωρούν ότι αυτή η στρατηγική δεν βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας αφού στηρίζεται στη λογική του «χαμηλού κόστους», δεν αξιοποιεί την τεχνογνωσία και το εκπαιδευμένο δυναμικό της χώρας για παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει οριστικά το περιβαλλοντικό κεφάλαιο της χώρας.

Η Πολιτεία «συνεπής» στις εύκολες λύσεις της δημιουργίας νέου τύπου «γεω-προσόδων» και υποκύπτοντας στις πιέσεις του real estate, συνεχίζει να απομακρύνεται από τις αρχές που διέπουν την ευρωπαϊκή πολιτική όπως καταγράφονται σε όλα τα επίσημα κείμενα της ΕΕ.

Ερωτάται η «Πολιτεία», τι γίνεται με την καινοτομία, την χρήση νέων τεχνολογιών, την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού και τη πράσινη οικονομία, την ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού και πότε θα υπάρξει ταύτιση λόγων και έργων; Η βιώσιμη ανάπτυξη των νησιών στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα δεν μπορεί να γίνει με τη λογική της προηγούμενης 50ετίας. 

Γιάννης Σπιλάνης
ελευθεροτυπία, Αύγουστος 2011
ΤΑ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΝΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥΣ

Τα ευρωπαϊκά νησιά παρά τις διαφορές που έχουν μεταξύ τους σε ότι αφορά τα γεωγραφικά, τα φυσικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά τους χαρακτηριστικά παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες συγκρινόμενα με το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου όπως είναι:
-          το μικρό μέγεθος (σε πληθυσμό, σε τοπική αγορά, σε διαθέσιμη γη και πόρους) σε σχέση με την ηπειρωτική Ευρώπη
-          η περιφερειακότητα και η απομόνωση (σε προσπελασιμότητα)
-          η ύπαρξη ιδιαίτερων, σημαντικών αλλά και εύθραυστων περιβαλλοντικών και πολιτιστικών πόρων.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών αποτελούν μόνιμα φυσικά εμπόδια για την επίτευξη ελκυστικότητας και ανταγωνιστικότητας με βάση τα συνήθη κριτήρια που διέπουν το επικρατούν μοντέλο ανάπτυξης (προσπελασιμότητα, οικονομίες κλίμακας και οικονομίες συγκέντρωσης). Αντίθετα έχουν υψηλό κόστος παραγωγής υποδομών και υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος από το κράτος, υψηλό κόστος παραγωγής από τις επιχειρήσεις και υψηλό κόστος διαβίωσης και μειωμένες ευκαιρίες για τους κατοίκους των νησιών σε σχέση με ότι συμβαίνει στην ηπειρωτική Ευρώπη.

Τα παραπάνω, αλλά και το μοντέλο ανάπτυξης που έχει ακολουθηθεί, έχουν οδηγήσει τις νησιωτικές οικονομίες να υστερούν σε κατά κεφαλή παραγωγή ενώ η δομή τους είναι ιδιαίτερα εύθραυστη (τουριστική μονοκαλλιέργεια σε συνδυασμό με δόμηση, χωρίς την εισαγωγή καινοτομιών). Τα ποσοτικά και τα ποιοτικά δημογραφικά χαρακτηριστικά είναι αρκετά δυσμενή (γήρανση πληθυσμού, χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και δια βίου κατάρτισης, υψηλή πρόωρη εγκατάλειψη σχολείου), ενώ οι περιβαλλοντικές πιέσεις αυξάνονται με προβλήματα στη ποιότητα του πόσιμου νερού, στην υποβάθμιση του εδάφους (ρύπανση και ερημοποίηση), στη μείωση της βιοποικιλότητας, στην υποβάθμιση του τοπίου και του δομημένου περιβάλλοντος κλπ.

Ποιες οι προοπτικές των νησιών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής 2020;  Στην πρόταση για «έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς μεγέθυνση» αντιπροτείνεται «το ποιοτικό, το πράσινο και το νησί των ίσων ευκαιριών» σε μια προσπάθεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών να μην λειτουργούν ως μειονεκτήματα αλλά να αξιοποιηθούν ως πλεονεκτήματα. Προϋποθέτει τόσο την ανάληψη δράσεων σε τοπικό και εθνικό επίπεδο για ανατροπή της υφιστάμενης αναπτυξιακής στρατηγικής όσο και τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού πλαισίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο με στόχο την εδαφική συνοχή, βασισμένο σε 2 άξονες: (α) Θεσμικές ρυθμίσεις και συντονισμό σε καίριες για τα νησιά κλαδικές πολιτικές ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της νησιωτικότητας (β) Χρηματοδοτήσεις για να αντιμετωπιστεί το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται η νησιωτικότητα.

Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα μελέτης που εκπόνησε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης ομάδα ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων κάτω από τη καθοδήγηση του Πανεπιστήμιο Αιγαίου και με επιστημονικό υπεύθυνο τον Επ. Καθηγητή Γ.Σπιλάνη. Ο τελευταίος σε ερώτηση μας για τη κατάσταση και τις προοπτικές των ελληνικών νησιών απάντησε ότι παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό νησιωτικού πληθυσμού κατακερματισμένο σε πολλά μεσαία και μικρά νησιά από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα με συνέπεια να αντιμετωπίζει εντονότερα τα προβλήματα της νησιωτικότητας και μεγάλες ενδοπεριφερειακές διαφορές, τα γενικά συμπεράσματα της μελέτης έχουν εφαρμογή και στον ελληνικό νησιωτικό χώρο. Πιο συγκεκριμένα:
-          Η μονόπλευρη τουριστική ανάπτυξη που είχε σημαντικές επιπτώσεις στην αναστροφή της φθίνουσας δημογραφικής και οικονομικής εξέλιξης πολλών νησιών, έχει εξαντλήσει τις προοπτικές ανάπτυξης καθώς δέχεται έντονο ανταγωνισμό από χώρες χαμηλού κόστους
-          Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των νησιών περνά μέσα από την στροφή στη παραγωγή ειδικών ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών που να βασίζονται στα ειδικά πολιτισμικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των νησιών με ταυτόχρονη δημιουργία νέας ταυτότητας (brand name) στην αγορά. Προϋπόθεση μιας τέτοιας στρατηγικής είναι η βελτίωση της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού και η εισαγωγή καινοτομιών στην οργάνωση και λειτουργία των νησιωτικών επιχειρήσεων
-          Η δημιουργία κοινωνιών των 365 ημερών στα νησιά απαιτεί να δοθούν στους νησιώτες και σε όσους επιθυμούν να εγκατασταθούν σ’αυτά η πρόσβαση σε υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος (μετακίνηση, υγεία, παιδεία, κατάρτιση πολιτισμός, ψυχαγωγία, υποστήριξη επιχειρηματικότητας κλπ) με τρόπο που να τα καθιστούν ελκυστικά, ώστε να μην αισθάνονται πολίτες β΄κατηγορίας.
Η εφαρμογή μιας νησιωτικής πολιτικής απαιτεί την εκφρασμένη βούληση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο και την υποστήριξη των φορέων που θα αναλάβουν το έργο αυτό από ένα Ινστιτούτο Νησιωτικής Πολιτικής.

Ελευθεροτυπία Αυγουστος 2011
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η δυσμενέστατη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα τόσο δημοσιονομικά (τεράστια ελλείμματα σε όλους τους τομείς όπως υγεία, αυτοδιοίκηση κλπ) όσο και αναπτυξιακά (αρνητικοί ρυθμοί μεταβολής του ΑΕΠ) έχει επηρεάσει ολόκληρη την ελληνική κοινωνία σε μεγάλο βαθμό (η αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας είναι τα σημαντικότερα) και μέχρι αυτή την ώρα δεν έχουν φανεί σημάδια μου να μας φανερώνουν ότι έχει ξεκινήσει η αντίστροφη πορεία ανάκαμψης.
Οι υψηλές περικοπές σε μισθούς, σε δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις που αποτέλεσαν βασικό στοιχείο της πολιτικής για την αποφυγής της χρεωκοπίας της χώρας δεν άφησαν αλώβητη της εκπαίδευση και ειδικότερα το Πανεπιστήμιο Αιγαίου: ειδικότερα η μείωση των πιστώσεων σε ύψος 30 – 40% του προϋπολογισμού για κάθε είδους δαπάνες όπως και αυτές της στέγασης και της σίτισης φοιτητών και οι περικοπές των πιστώσεων  για συμβασιούχους διδάσκοντες, οι περικοπές στα ερευνητικά προγράμματα, οι περικοπές στις δημόσιες επενδύσεις σε συνδυασμό με τα μακροχρόνια προβλήματα στέγασης που υπάρχουν σε όλα τα νησιά όπου υπάρχουν τμήματα του Πανεπιστημίου έχουν δημιουργήσει συνθήκες «ασφυξίας» στο ίδρυμα.  Συνθήκες που δεν μπορούν παρά να επηρεάσουν αρνητικά τη ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών (αφού πχ. έχουν περιοριστεί τα προσφερόμενα μαθήματα, υπάρχει δυσκολία στη λειτουργία των εργαστηρίων, περικόπτονται εκπαιδευτικές  δραστηριότητες) αλλά και το ερευνητικό έργο του Πανεπιστημίου.
Όμως η αντιμετώπιση του δομικού προβλήματος της ελληνικής οικονομίας που είναι η κατάρρευση του αναπτυξιακού μοντέλου  που ακολουθήθηκε τις τελευταίες δεκαετίας και στηρίχθηκε ειδικά στα νησιά στο χαμηλής εκπαίδευσης, ποιότητας και τιμής μαζικό τουρισμό και στην οικοδομή χρειάζεται στροφή στη γνώση και στη καινοτομία που μόνο ένα Πανεπιστήμιο μπορεί να δώσει. Πως θα αξιοποιήσει η Λέσβος και τα άλλα νησιά τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα που –σύμφωνα με αποτελέσματα ευρωπαϊκής μελέτης που ολοκληρώθηκε πρόσφατα από τον υπογράφοντα- είναι η φύση, ο πολιτισμός (υλικό και άυλο), το δομημένο της περιβάλλον και τα τοπικά ποιοτικά αγροτικά προϊόντα, χωρίς ανθρώπινο δυναμικό εκπαιδευμένο σε σύγχρονες επιστήμες, δεξιότητες και εργαλεία το μόνο μου μπορεί να στηρίξει την αυτοδιοίκηση, τις επιχειρήσεις και τους άλλους φορείς να αναδιαρθρωθούν ώστε να είναι περισσότερο αποτελεσματικοί και να παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες ανταγωνιστικές;
Οι δυσκολίες λειτουργίας που αντιμετωπίζει σήμερα το Πανεπιστήμιο και οδήγησαν τη Σύγκλητο να αποφασίσει συμβολική αναστολή λειτουργίας για δυό ημέρες (22 και 23 Φεβρουαρίου) δεν  είναι μια εσωτερική υπόθεση. Με δεδομένο ότι το Πανεπιστήμιο αποτελεί τη μεγαλύτερη αναπτυξιακή επένδυση που έγινε στο Αρχιπέλαγος του Αιγαίου τα τελευταία 30 χρόνια, η απρόσκοπτη λειτουργία του ιδρύματος και η σύνδεση του με τις τοπικές παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις του αρχιπελάγους είναι προϋπόθεση για την έξοδο από τη κρίση. 

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ Β.ΑΙΓΑΙΟΥ, Φερβρουάριος 2011

Προτάσεις για αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και την συνεπή εφαρμογή της.

 Προς:  Κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη, Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  Κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κοι...