Πόσα νέα σπίτια και πόσους τουρίστες αντέχουν ακόμα τα νησιά; Μια επιστημονική προσέγγιση
Ο αριθμός των
διαθέσιμων κλινών σε έναν προορισμό αποτελεί τη μέγιστη παραγωγική δυνατότητα
του τουρισμού, δηλαδή τον μέγιστο αριθμό διανυκτερεύσεων που μπορεί να
πραγματοποιηθεί. Οι κλίνες αυτές μπορεί να ανήκουν τόσο σε επίσημες τουριστικές
επιχειρήσεις (ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια και campings) όσο και σε
ιδιωτικές κατοικίες. Σε ότι αφορά στις τελευταίες, ένα τμήμα τους πλέον
προσφέρεται επίσημα για ενοικίαση μέσα από τις σχετικές πλατφόρμες, ενώ η
μεγάλη πλειοψηφία των κενών κατά την απογραφή κατοικιών είτε ενοικιάζονται,
είτε χρησιμοποιούνται από τους ιδιοκτήτες τους ως παραθεριστικές
κατοικίες.
Ο υπερτουρισμός καταγράφει την δυσφορία των κατοίκων για την υποβάθμιση της ποιότητας
ζωής τους ή/και των επισκεπτών για την υποβάθμιση της εμπειρίας τους. Αφορά
δηλαδή στην αντίληψη που τους δημιουργείται ότι η καθημερινότητα τους στον
συγκεκριμένο προορισμό (όπως αποτυπώνεται στο κυκλοφοριακό, στο θόρυβο, στη κίνηση
στη πόλη, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στις δημόσιες υπηρεσίες και στους
δημόσιους χώρους όπως οι παραλίες, στη δυνατότητα εύρεσης κατοικίας, στην ακρίβεια,
στη λειτουργία των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, στη διαχείριση στερεών
αποβλήτων κλπ) έχει χειροτερεύσει.
Τη διαπίστωση αυτή
επιβεβαίωσε το Εργαστήριο Τοπικής και Νησιωτικής Ανάπτυξης κατά τη διάρκεια
διαβουλεύσεων που υλοποίησε στη διετία 2024-25 σε όλα τα νησιά του Ιονίου και
σε μερικά νησιά του Αιγαίου (Κω, Τήνο, Πάρο, Σέριφο). Ενδιαφέρον έχει ότι
πολλοί συμμετέχοντες επεσήμαναν ότι η ζωή τους γίνεται κάθε χρόνο και πιο
ανυπόφορη: από τους ξέφρενους ρυθμούς και τα προβλήματα του καλοκαιριού,
περνάνε στη χειμέρια νάρκη.
Με πρόσφατη
ανακοίνωση της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Στατιστικής τα νησιά της
Περιφέρειας του Νοτίου Αιγαίου (ΠΝΑ) και αυτά του Ιονίου (ΠΙΝ) βρίσκονται στις
δύο πρώτες θέσεις των κορεσμένων περιοχών της Ευρώπης με 117 και 98
διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο. Σύμφωνα με την Εκθεση του Ελληνικού Τουρισμού του
Παρατηρητηρίου Βιώσιμου Τουρισμού Αιγαίου για το 2023 τα πραγματικά στοιχεία,
που συμπεριλαμβάνουν τις καταγεγραμμένες διανυκτερεύσεις σε όλες τις κατηγορίες
καταλυμάτων, επαγγελματικών και ιδιωτικών, είναι υψηλότερα: 126 για την ΠΝΑ και
105 για την ΠΙΝ, ενώ με βάση τις εκτιμήσεις που συμπεριλαμβάνουν και τις μη
δηλωμένες διανυκτερεύσεις που όμως αποτυπώνονται στα στοιχεία της Τράπεζας της
Ελλάδας και της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, κυρίως σε ιδιωτικά καταλύματα, η
αναλογία ανέρχεται σε 181 και 149 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο αντίστοιχα. Δεν
είναι τυχαίο ότι ήδη από το 2018 έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον
υπερτουρισμό κατέτασσε τις δύο ελληνικές περιφέρειες μαζί με τις Βαλεαρίδες
μεταξύ των περιφερειών της Ευρώπης με υπερτουρισμό.
Ενα τα κριτήρια που
έθεσε το Υπουργείο Περιβάλλοντος στους μελετητές των Τοπικών Πολεοδομικών
Σχεδίων (ΤΠΣ) για την Εκτίμηση της Φέρουσας Ικανότητας (ΕΚΕΦΙ) σε ότι αφορά τον
ανεκτό αριθμό επισκεπτών είναι οι τουρίστες ανά κάτοικο και το όριο στο οποίο η
λήψη μέτρων είναι απαραίτητη είναι οι δύο τουρίστες ανά κάτοικο. Αν και η
αναλυτική ημερήσια πληροφορία σε ότι αφορά τον αριθμό των διανυκτερεύσεων δεν
υπάρχει για να διαπιστωθεί πόσες μέρες υπάρχει υπέρβαση του ορίου αυτού, το
γεγονός και μόνο ότι οι συνολικές διανυκτερεύσεις δίνουν 100% πληρότητα όλων
των καταλυμάτων για 2,56 και 2,39 μήνες αντίστοιχα, είναι κατανοητό ότι η
υπέρβαση αυτή διαρκεί πολλές ημέρες. Με βάση τις εκτιμήσεις μας ανά νησί, το
όριο αυτό υπερβαίνεται σε 60 νησιά για τουλάχιστον 30 ημέρες. Σε αυτά τα νησιά,
η επέκταση της δόμησης ισοδυναμεί με επέκταση του υπερτουρισμού, αφού κάτοχοι
των κλινών αυτών θα θέλουν να τις γεμίσουν και στη κορύφωση της περιόδου.
Ένα άλλο κριτήριο
του Υπουργείου που αφορά τη τουριστική πίεση αποτυπώνεται με τις τουριστικές
κλίνες ανά κάτοικο, που θα πρέπει να υπολογιστεί λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις
επαγγελματικές κλίνες όσο και τις ιδιωτικές. Από τα δεδομένα προκύπτει ότι 38 νησιά βρίσκονται ήδη πάνω από το όριο
λήψης μέτρων έχοντας περισσότερες από 3 κλίνες ανά κάτοικο, ενώ άλλα 30 έχουν
από 1 ως 3 κλίνες ανά κάτοικο και θεωρούνται ως έχοντα μεγάλη τουριστική
ανάπτυξη. Δηλαδή, 60 από τα 80 κατοικημένα νησιά με περισσότερους από 100
κατοίκους έχουν πρόβλημα.
Ποιος είναι ο
κίνδυνος αν συνεχίσει η πολιτική “business as usual” με
αύξηση των κλινών και γενικότερα της παρουσίας περισσότερων τουριστών στους
προορισμούς όπως αποτυπώθηκε στο σχέδιο του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου του
Τουρισμού και στις προτάσεις των μελετητών των ΤΠΣ; Ο προορισμός να πάψει να
είναι ελκυστικός και αυτό να καταγραφεί μεσο-μακροπρόθεσμα σε μείωση των
ωφελειών των άμεσα και έμμεσα εμπλεκόμενων στον τουρισμό, αλλά και αρνητική
συμπεριφορά των κατοίκων προς τους επισκέπτες, όπως ήδη έχει καταγραφεί σε
πολλές πόλεις και νησιά, ανά τον κόσμο και στην Ελλάδα με το κίνημα των
παραλιών.
Η ψυχολογική
(αντιληπτική) διάσταση που καταγράφεται άμεσα μέσω ερωτηματολογίων και
έμμεσα από τις αυξανόμενες διαμαρτυρίες των κατοίκων κατά των τουριστών,
συμπληρώνει τη προσέγγιση της φέρουσας ικανότητας ενός τόπου όπως
αποτυπώνεται από την οικονομική, τη κοινωνική, τη φυσική και τη περιβαλλοντική
διάσταση όπου με δεδομένα επιχειρείται να προσδιοριστεί το μέγιστο αποτύπωμα
που μπορεί να έχει ο τουρισμός χωρίς να δημιουργεί πρόβλημα στην ανθεκτικότητα (βιωσιμότητα)
του προορισμού.
Ιδιαίτερη σημασία
δίνεται συνήθως στην αντοχή του περιβάλλοντος και κατά πόσο ένα νησί –
που εξ ορισμού διαθέτει περιορισμένους φυσικούς πόρους- διατηρεί τους
ελάχιστους φυσικούς πόρους που είναι απαραίτητοι όχι απλά για την σε βάθος
χρόνου υποστήριξη της ζωής κατοίκων, των δραστηριοτήτων τους και των επισκεπτών
αλλά και συνολικά ένα υγιές οικοσύστημα. Επομένως οι εμπλεκόμενοι φορείς οφείλουν
να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα παροχής οικοσυστημικών λειτουργιών, προϊόντων και υπηρεσιών όπως
είναι η παροχή καθαρού αέρα και ρύθμισης της θερμοκρασίας του αέρα, καθαρού
νερού, τροφής μέσα από τη λειτουργία του εδάφους και των επικονιαστών,
πολιτιστικές και αισθητικές υπηρεσίες (πχ. ένα «όμορφο» τοπίο, μια λίμνη), θάλασσα
καθαρή και πλούσια σε είδη. Την ισορροπία του οικοσυστήματος βάζουν σε κίνδυνο τόσο
η επέκταση της δόμησης - που έχει άμεσο αποτέλεσμα στη σφράγιση (τσιμεντοποίηση)
του εδάφους και στην αλλαγή των τοπίων και έμμεσο στη μείωση της
βιοποικιλότητας, στην μείωση των διαθέσιμων νερών και στην αύξηση του κινδύνου
πλημμύρας,- όσο και η κατανάλωση πόρων και παραγωγή αποβλήτων από τους
επισκέπτες που εξαντλούν τους πόρους και επιβαρύνουν τους αποδέκτες (πχ. με υγρά
και στερεά απόβλητα). Να υπογραμμιστεί εδώ ότι αυτή η πίεση προστίθεται σε αυτή
των μονίμων κατοίκων και των εκτός τουρισμού δραστηριοτήτων τους.
Οι τεχνικές λύσεις
όπως πχ. είναι η παραγωγή αφαλατωμένου νερού για να υποκαταστήσει την έλλειψη
πόσιμου νερού και η χρήση τεχνητού δροσισμού (air condition) για να υποκαταστήσει τον φυσικό δροσισμό που προκαλεί δωρεάν η φύση,
αποτελούν συχνά τη προτεινόμενη επιλογή παρά τα υψηλά ενεργειακά κόστη και τις εκπομπές
αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν, πέρα από το κόστος της αρχικής επένδυσης.
Όμως, τα τοπία και η βιοποικιλότητα, παρά το γεγονός ότι προστατεύονται από
διεθνείς συμβάσεις ενώ ταυτόχρονα αποτελούν σημαντικά στοιχεία ελκυστικότητας
των προορισμών, υποβαθμίζονται για πάντα. Η αύξηση και διάχυση της ηχορύπανσης
και της φωτορύπανσης ελάχιστους απασχολούν (το μόνο γνωστό παράδειγμα στην
Ελλάδα είναι οι περιορισμοί στη προστατευόμενη παραλία ωοτοκίας της caretta-caretta στο Λαγανά Ζακύνθου) παρά το γεγονός ότι έχουν
συμπεριληφθεί στα κριτήρια βιωσιμότητας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού.
Η φυσική φέρουσα
ικανότητα λαμβάνει υπόψη τους φυσικούς περιορισμούς όπως τη διαθεσιμότητα
χώρου, την επάρκεια των γενικού χαρακτήρα υποδομών αλλά και την επάρκεια των
πόρων. Συνήθως εκεί εστιάζονται οι «επιθέσεις» όσων υποστηρίζουν ότι δεν
υπάρχει υπερτουρισμός, αλλά έλλειψη υποδομών: πχ. αρκετοί και μεγάλοι δρόμοι
για να δέχονται τα όλο και περισσότερα και μεγαλύτερα αυτοκίνητα (φορτηγά) αλλά
και χώροι στάθμευσης, μεγαλύτερα λιμάνια και αεροδρόμια, καλύτερες υποδομές
παραγωγής και διανομής ενέργειας, καλύτερα και μεγαλύτερης χωρητικότητας δίκτυα
ύδρευσης και αποχέτευσης, καλύτερο σύστημα συλλογής και διαχείρισης στερεών
αποβλήτων, καλύτερες υποδομές και περισσότερο προσωπικό στις δομές υγείας,
μεγαλύτερες πλατείες αλλά και …..μεγαλύτερες παραλίες ώστε η μεγαλύτερη πίεση
που προέρχεται από τους αυξανόμενους επισκέπτες να μπορεί να εξυπηρετηθεί. Σε
ότι αφορά στις παραλίες, είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν μπορούν να
«μεγαλώσουν», αλλά αντίθετα μικραίνουν τόσο από τις παρεμβάσεις στο χερσαίο
χώρο (δρόμοι, καταστήματα), όσο και από τη διάβρωση, ενώ αλλοιώνονται και
υποβαθμίζονται από την υπερβολική χρήση. Όμως και η επέκταση των υποδομών εκτός
από τα χρήματα που απαιτούν για να κατασκευαστούν και να συντηρηθούν,
χρειάζονται χώρο που θα καταναλώσουν από τη θάλασσα (μπαζώματα για λιμάνια,
αεροδρόμια, δρόμους), από τα φυσικά οικοσυστήματα και τα τοπία (επέκταση
δομημένου περιβάλλοντος), από τους παραδοσιακούς και μη οικισμούς, από τα
μνημεία που είτε καταστρέφονται (Βυζαντινά μνημεία από το μετρό της
Θεσσαλονίκης, παλαιοανακτορικός πύργος στο Καστέλι για τη κατασκευή του νέου
αεροδρομίου Ηρακλείου κλπ), είτε χάνουν σημαντικό ζωτικό χώρο και
υποβαθμίζονται.
Η οικονομική και
κοινωνική φέρουσα ικανότητα «μεταφράζεται» ως απείρως
ελαστική όσο αυξάνονται το παραγόμενο προϊόν, τα έσοδα και η απασχόληση, που
«βαφτίζονται» ανάπτυξη ενώ αποτελούν μεγέθυνση, αφού μια επιπλέον διανυκτέρευση
απαιτεί περισσότερο χώρο και περισσότερους πόρους. Όμως από το παρελθόν
γνωρίζουμε ότι η απόλυτη επικράτηση δραστηριοτήτων χαμηλής τεχνολογικής
ενσωμάτωσης και προστιθέμενης αξίας που χρησιμοποιούν ανειδίκευτο ή χαμηλής
ειδίκευσης ανθρώπινο δυναμικό, όπως είναι ο συμβατικός τουρισμός, αυξάνει την
ευαλωτότητα των περιοχών και ο κίνδυνος
κατάρρευσης τους μόλις οι πόροι εξαντληθούν ή το παραγόμενο προϊόν κάνει τον
κύκλο ζωής του είναι μεγάλος.
Στα ελληνικά νησιά
τα ποσοστά εξάρτησης από τις δραστηριότητες διανυκτέρευσης και εστίασης ξεπερνούν
κατά πολύ το μέσο όρο της χώρας που κινείται γύρω από 8% σε ότι αφορά το τζίρο
που σε ορισμένα από αυτά ξεπερνά το 50%. Αντίστοιχα, υψηλότερο είναι και το
ποσοστό απασχόλησης.
Ταυτόχρονα, η
αλλαγή του μοντέλου τουριστικής μεγέθυνσης που αξιοποιεί τη «νομοθεσία της
κρίσης» με την εκποίηση δημόσιων ακινήτων, τη προώθηση σύνθετων καταλυμάτων,
στρατηγικών επενδύσεων και ιδιωτικών πολεοδομήσεων αλλάζει τόσο τη κλίμακα όσο
και τους παίκτες του τουρισμού. Το μεγάλο και διεθνές κεφάλαιο του real estate, των
τραπεζών, της ναυτιλίας και των κερδοσκοπικών ταμείων που στοχεύει σε μεγάλες
υπερπολυτελείς κατασκευές και ιδιωτικές πισίνες που εστιάζουν αποκλειστικά στη
γρήγορη επιστροφή των επενδεδυμένων κεφαλαίων και υψηλά κέρδη (οικονομική
βιωσιμότητα επενδύσεων) παρά το αφήγημα περί βιωσιμότητας που συνοδεύει διαφημιστικά
τις επενδύσεις αυτές.
Η μεγέθυνση αυτή
έφερε την ανάγκη για περισσότερα χαμηλής ή μεσαίας κατάρτισης χέρια τη στιγμή που οι χειρότερες αμοιβές και
συνθήκες εργασίας που επικράτησαν κατά τις πολλαπλές κρίσεις της προηγούμενης
δεκαπενταετίας, δημιούργησαν ένα κενό, κατά την εκτίμηση της αγοράς, εκατό
χιλιάδων απασχολούμενων. Αυτό το κενό προσπαθούν οι φορείς του τουρισμού να
καλύψουν είτε με την νόμιμη υπερεργασία που πρόσφατα επεκτάθηκε στο 13άωρο και
εισαγωγή ανειδίκευτου δυναμικού από χώρες της Ασίας και της Αφρικής.
Η υιοθέτηση της
προσέγγισης ότι τα νησιά είναι χώροι κερδοσκοπικών επενδύσεων και όχι τόποι
ζωής δεν θα έχει άλλο αποτέλεσμα από την όξυνση των όσων περιεγράφηκαν
παραπάνω.
Για να
αντιμετωπίσουν τα προβλήματα θα πρέπει οι ασχολούμενοι με τον τουρισμό αλλά και
γενικότερα με τον τοπικό σχεδιασμό των νησιών τουλάχιστον να ανακόψουν την
αύξηση των διανυκτερεύσεων και στη συνέχεια να προσπαθήσουν να μειώσουν το
αποτύπωμα και τις συνέπειες τους. Η επίτευξη αυτού του στόχου μπορεί να
επιτευχθεί μόνο με το «πάγωμα» του αριθμού των κλινών σε όλους τους τύπους των
καταλυμάτων, επαγγελματικών και ιδιωτικών, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να πετύχουν
καλύτερη διασπορά των τουριστών μέσα στο εξάμηνο που διαρκεί η τουριστική
περίοδος (δηλαδή που οι τουριστικές επιχειρήσεις λειτουργούν) σε σημαντικό
αριθμό νησιών. Στους προορισμούς που έχουν ημερήσιους επισκέπτες που
προέρχονται είτε από κρουαζιέρα είτε από ημερόπλοια, η διαχείριση θα πρέπει να
επεκταθεί και στη διευθέτηση, μέχρι απαγόρευσης των ροών αυτών εφόσον το
πρόβλημα έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις (πχ. Σαντορίνη, Μύκονο, Σύμη κλπ).
Παράλληλα θα πρέπει
να επιτευχθεί η αλλαγή του αποτυπώματος του κάθε τουρίστα μέσα από μια σειρά
παρεμβάσεων που ξεκινούν από την αλλαγή του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος
που πρέπει να βασίζεται στη ξεχωριστή ταυτότητα του κάθε τόπου και να φτάνουν
στην «επιβολή» των κανόνων της υπεύθυνης παραγωγής και κατανάλωσης (στόχος 12
των Παγκόσμιων Στόχων Βιωσιμότητας - SDGs) καθιερώνοντας σχήματα υπεύθυνων τουριστικών
επιχειρήσεων και τουριστών.
Σε παγκόσμιο
επίπεδο η υιοθέτηση αυτών των αρχών θα επανέφερε τον τουρισμό στις απαρχές του:
αργός τουρισμός με μεγαλύτερη σε διάρκεια και «ηπιότερη» σε συμπεριφορά παραμονή
στον προορισμό και λιγότερα ταξίδια τον χρόνο για όλους. Ποιος είπε ότι το business as usual είναι βιώσιμο; Όχι πάντως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού
(1) https://www.lifo.gr/podcasts/originals/posa-nea-spitia-kai-posoys-toyristes-antehoyn-akoma-ta-nisia