Αυτοδιοικητικές εκλογές: Η
ανατροπή συνηθειών και πρακτικών είναι επιβεβλημένη
Η ψήφιση του νέου νομοσχεδίου για την αυτοδιοίκηση οριοθετεί μια στροφή σε
όσα ξέραμε από τη μεταπολίτευση και μετά: η
εισαγωγή ως εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής «επιβάλλει» αυτό που όλοι
επικαλούνται αλλά κανείς δεν υλοποιεί: συγκλίσεις και συνεργασίες. Συγκλίσεις προεκλογικές, εθελοντικές,
μεταξύ ανθρώπων που έχουν κοινές
απόψεις για το πώς πρέπει να λειτουργεί η αυτοδιοίκηση και κοινά οράματα
για τους στόχους σε ότι αφορά το «που θέλουμε να πάμε τον τόπο». Συνεργασίες μετεκλογικές, υποχρεωτικές,
μεταξύ κάποιων παρατάξεων που μπορούν να συνεργαστούν πάνω σε ένα κοινό σχέδιο,
αφού θα είναι δύσκολο σε μια παράταξη να ξεπεράσει το 50%.
Μέχρι σήμερα, ειδικά στην αυτοδιοίκηση, δεν υπήρχε λόγος συγκλίσεων και
συνεργασιών αφού ο μόνος «κοινός» στόχος όλων ήταν η κατάκτηση του 50%+1 στον
δεύτερο γύρο (αν ήταν από τον πρώτο γύρο τουλάχιστον έδινε τη δημοκρατική
νομιμοποίηση στην όποια παράταξη) που εξασφάλιζε την πλήρη και ισχυρή αυτοδυναμία
του 60% των συμβούλων ανεξάρτητα της αρχικής απήχησης στο εκλογικό σώμα. Την
μόνη σύγκλιση που απαιτούσε το υφιστάμενο πλαίσιο ήταν στο μοίρασμα των
αξιωμάτων στο εσωτερικό της παράταξης που πετύχαινε αυτόν τον στόχο. Έχουμε
βιώσει κατ’ επανάληψη πόσο «διαφανής» ήταν η σύγκλιση αυτή, βλέποντας τις
διαφοροποιήσεις και τις αποσκιρτήσεις όσων είτε δεν έπαιρναν αρχικά το όποιο
αξίωμα είχαν συμφωνήσει είτε το έχαναν στη συνέχεια, για λόγους επίσης ελάχιστα
διαφανείς στους πολίτες.
Έχοντας από την αρχή τη πρώτη θέση ως ξεκάθαρο στόχο, η κάθε «μεγάλη»
παράταξη το μόνο σχέδιο που κατάστρωνε ήταν το πώς θα τον πετύχει: ο «αρχηγός» έπρεπε
να βρει ανθρώπους που για οποιοδήποτε λόγο «φέρνουν» ψήφους, ανεξάρτητα από το
πόσο ήταν ικανοί να διοικήσουν ένα δήμο, μια περιφέρεια, ακόμη και τη χώρα. Και
οι ψήφοι μαζεύονταν με κάθε είδους υποσχέσεις, προσωπικές αλλά και κομματικές.Στη συνέχεια, αφού η επιβίωση της παράταξης
στηριζόταν στην ικανοποίηση «εσωτερικών» και «εξωτερικών» προσωπικών
υποσχέσεων, δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει κοινό σχέδιο που να εξυπηρετεί το
δημόσιο συμφέρον, το καλό των πολλών και ειδικά των πλέον αδύναμων συμπολιτών μας.
Σε πολλές περιπτώσεις η λειτουργία και η επιβίωση της παράταξης βασιζόταν
στο «κομματικό συμφέρον» αφού πολύ συχνά ο μόνος συνδετικός κρίκος μεταξύ των
μελών της ήταν η κομματική τους αναφορά. Στόχος τους, η συμβολή τους στην
επικράτηση του κόμματος τοπικά, αφού αυτό ήταν υποθήκη για το πολιτικό τους
μέλλον, δίνοντας τους εξαργυρώσιμους πόντους στο εθνικόπολιτικό παιχνίδι. Με
βάση αυτό το σκεπτικό πολλές τοποθετήσεις, παρεμβάσεις και ενέργειες των
αυτοδιοικητικών παραγόντων είχαν άλλους στόχους, «υψηλότερους».
Όλα τα παραπάνω είχαν ως
αποτέλεσμα το παιχνίδι εξουσίας στο αυτοδιοικητικό επίπεδο να δίνει μικρή σημασία
για μια πραγματική αυτοδιοικητική πορεία που βάζει πάνω απ’ όλα το δημόσιο
συμφέρον του τόπου και των κατοίκων του μέσα από την επεξεργασία ενός πολυεπίπεδου
και ολοκληρωμένου σχεδίου για την αξιοποίηση πόρων και άλλων ευκαιριών.
Η απλή αναλογική ανατρέπει αυτή τη λογική αφού όλες οι παρατάξεις που
συμμετέχουν στις εκλογές μπορούν να συμβάλουν στη διακυβέρνηση του Δήμου ή της
Περιφέρειας με δεδομένο ότι η ψήφος κάθε συμβούλου έχει το ίδιο βάρος και μετρά
ουσιαστικά. Έτσι δεν μπορεί κανένας Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης, έχοντας μόνο ως
σκέψη στο πως θα συγκρατήσει τους «δικούς» του στο μαντρί, να συμπεριφέρεται
αλαζονικά και απαξιωτικά στους «άλλους» αδιαφορώντας για τις όποιες ενστάσεις
μπορεί να είχαν σχετικά τόσο με τη διαδικασία της λήψης των αποφάσεων, όσο και
με τη σκοπιμότητα τους, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές όπου οι διαμαρτυρίες
άγγιζαν και θέματα νομιμότητας των διαδικασιών.
Αυτή η ανατροπή απαιτεί να δοθούν άλλες προτεραιότητες στη δημιουργία και
στη λειτουργία των παρατάξεων, ειδικά των περιφερειακών:
-
Πρώτα, στην επιλογή των
ανθρώπων που θα στελεχώσουν τη παράταξη (του επικεφαλής συμπεριλαμβανόμενου),
οι όποιοι θα πρέπει να είναι όχι απλά τοπικοί «ψηφοσυλλέκτες», αλλά να έχουν γνώση
για το σύνολο της Περιφέρειας και των προβλημάτων της και άποψη για τα θέματα
που θα κληθούν να διαχειριστούν είτε αναπτυξιακά (πχ. τουρισμός-πολιτισμός, αγροτική
παραγωγή, μεταποίηση, κατάρτιση και διαρκής επιμόρφωση, κοινωνική οικονομία
κλπ), είτε ποιότητας ζωής (πχ. χωροταξία, προστασία και ανάδειξη φυσικού
περιβάλλοντος, διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων, υποδομές και υπηρεσίες
μεταφορών, υγείας, παιδείας, αθλητισμού κλπ). Ταυτόχρονα θα πρέπει να
επιδιώκουν την ενίσχυση της δημοκρατίας και της συμμετοχής των πολιτών
(συμμετοχικές αποφάσεις) στην τοπική αυτοδιοίκηση, την αλληλεγγύη, την χρηστή
και διαφανή διαχείριση του δημόσιου χρήματος και τη δημόσια λογοδοσία.
-
Δεύτερον, στη βαρύτητα
που δίνεται στη κατάστρωση ενός αναπτυξιακού σχεδίου, σύμφωνα με τις ανάγκες
των τοπικών κοινωνιών με σεβασμό σε περιβαλλοντικά- οικολογικά θέματα, ως «συγκολλητικής» ουσίας
μεταξύ των μελών της παράταξης αλλά και ως βάση για συνεργασίες μέσα και έξω
από το Συμβούλιο,
-
Τρίτο, στην ανάπτυξη
θεσμικών συνεργασιών τόσο με την αξιοποίηση του υφιστάμενου πλαισίου όσο και
στην δημιουργία εκείνων των νομικών προσώπων που θα επιτρέπουν στην αξιοποίηση τοπικών πόρων και χρηματοδοτικών
ευκαιριών, εθνικών και ευρωπαϊκών.
Με την απλή αναλογική πρέπει να ανατραπούν συνήθειες και πρακτικές δεκαετιών
που οδήγησαν την αυτοδιοίκηση σε αναποτελεσματικότητα και ανυποληψία, με
αποτέλεσμα να της «γυρίσουν τη πλάτη» αξιόλογοι πολίτες με γνώση και άποψη.
Όμως η ενεργοποίηση τους, αν και είναι δύσκολη, αποτελεί μονόδρομο. Η «ενεργοποίηση» του σχεδιασμού, φαντάζει ακόμη
δυσκολότερη, αφού απαιτεί την ενεργοποίηση υπηρεσιών, φορέων, επιχειρηματιών,
εργαζομένων και του συνόλου της κοινωνίας για την επίτευξη κοινών στόχων και να
υπερνικήσει τη πρακτική δεκαετιών των πελατειακών σχέσεων και της
προχειρότητας.
Οι νόμοι της αυτοδιοίκησης (Καλλικράτης και Κλεισθένης) δίνουν στη
Περιφέρεια τον κύριο ρόλο για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό και τον συντονισμό
μεταξύ των φορέων κεντρικών και περιφερειακών μέσα από τη διαχείριση του ΕΣΠΑ,
με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), με την δυνατότητα εμπλοκής στα
προγράμματα διαπεριφερειακής συνεργασίας.
Αυτοδιοίκηση σημαίνει:
Ø όραμα για το παρόν και το
μέλλον των νησιών και την ευημερία των πολιτών,
Ø διαμόρφωση της κοινής
γνώμης μέσα από δράσεις ενημέρωσης,
Ø κινητοποίηση των φορέων,
πολιτών και επιχειρήσεων για έναν κοινό στόχο και σχέδιο δράσης με βάση ένα
αναλυτικό και τεκμηριωμένο Επιχειρησιακό Σχέδιο εξειδικευμένο ανά τομέα
ενδιαφέροντος,
Ø ολοκληρωμένες και
τεκμηριωμένες προτάσεις προς τη κυβέρνηση για ειδικές πολιτικές για τον
νησιωτικό χώρο και στοχευμένες χρηματοδοτήσεις για άρση των συνεπειών της
νησιωτικότητας
Δυστυχώς η πρακτική της παρούσας Περιφερειακής
Αρχής στο Βόρειο Αιγαίο είναι να προχωρά χωρίς σχέδιο, εστιάζοντας το
ενδιαφέρον της στο να βάζει και να βγάζει έργα χωρίς τεκμηρίωση και να μοιράζει
χρήματα σε πελατειακού τύπου δράσεις, ενώ παράλληλα να «εκφωνεί ωραίους λόγους
κενούς περιεχομένου» αφού άλλα πράττει. Η
δημόσια εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η Περιφέρεια προς τους πολίτες είναι αυτή
της αδυναμίας παρέμβασης για τα αναπτυξιακά θέματα περιφερειακής σημασίας και η
σχεδόν αποκλειστική χρηματοδότηση είτε δρόμων είτε κάθε είδους τοπικών γιορτών
και πανηγυριών, συνεχίζοντας πρακτικές άλλων εποχών.
Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε και με δεδομένο ότι η Περιφέρεια Β.Αιγαίου καλείται -παράλληλα με την
ολοκλήρωση του τρέχοντος ΕΣΠΑ- να σχεδιάσει και να διαχειριστεί στην επόμενη
προγραμματική περίοδο 660εκ € και ένα συνεχώς αυξανόμενο ΠΔΕ, χρειάζεται αλλαγή πορείας, νοοτροπίας και
ανθρώπων. Η αλλαγή αυτή είναι κατεπείγουσα με δεδομένη τη κατάσταση στη
παραγωγική δομή της Περιφέρειας (οι εξαγωγικοί τομείς γεωργία, μεταποίηση,
τουρισμός και δημιουργική οικονομία αντιπροσωπεύουν μόλις το 22% του ΑΕΠ σε
σύγκριση με 34-38% σε Ιόνια, Κρήτη, Ν.Αιγαίο με αποτέλεσμα ηοικονομία και το
εισόδημα μας να βασίζεται υπερβολικά στον δημόσιο τομέα που παράγει 32% του ΑΕΠ
της Περιφέρειας σε σύγκριση με 22% κατά μέσο όρο στη χώρα και 16% στις άλλες
τρεις νησιωτικές περιφέρειες), την πορεία του
τουρισμού, το δημογραφικό και τη σύνθεση του κλπ.
Σταθερή άποψη μας είναι ότι η
Περιφερειακή Αρχή οφείλει να έχει ξεκάθαρους αναπτυξιακούς στόχους και αυτούς
να τους δρομολογεί μέσα από στοχευμένες δράσεις που να καλύπτουν σφαιρικά όλους
τους τομείς και πάντα σε συνεργασία με τους άλλους εμπλεκόμενους δημόσιους και
ιδιωτικούς φορείς και τους συλλογικούς φορείς που εκπροσωπούν εργοδότες,
εργαζόμενους, πολίτες και ειδικά τους νέους.
Σταθερή άποψη μας είναι ότι η
αυτοδιοίκηση πρέπει να υπηρετείται από άτομα που πιστεύουν στη λογική του
οράματος, του ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης και κυρίως της κινητοποίησης των
τοπικών δυνάμεων και πόρων μέσα από πολυεπίπεδες συνεργασίες. Δεν έχουν πλέον θέση
αρχηγοκεντρικά με προσωπικές στρατηγικές σχήματα και παντελή έλλειψη σχεδίου.
Με βάση τα παραπάνω καλούμε τους
πολίτες του Β.Αιγαίου να συγκροτήσουν και να υποστηρίξουν κινήσεις που στο
κέντρο τους θα έχουν τα συμφέροντα της Αυτοδιοίκησης και των νησιωτών μας.
Οι Περιφερειακοί Σύμβουλοι
Γιούλη Αργυρούδη
Μαρία Νικολάρα
Γιάννης Σπιλάνης