Η Νησιωτική ανάπτυξη και η απαξίωση της εφαρμοσμένης έρευνας των ΑΕΙ από την Πολιτεία

Τον περασμένο Ιούνιο οργανώθηκε από το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (και Νησιωτικής Πολιτικής μετά τον τελευταίο ανασχηματισμό) διεθνές συνέδριο με θέμα «Σχεδιάζοντας το Μέλλον των Ευρωπαϊκών Νησιών: Προκλήσεις – Νέες Στρατηγικές» για να παρουσιαστούν τα συμπεράσματα της σχετικής μελέτης που είχε ανατεθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Η μελέτη προτείνει την υιοθέτηση μιας στρατηγικής που βασίζεται σε τρεις άξονες:
-          Ποιοτικά νησιά όπου υποστηρίζεται ότι οι μικρές επιχειρήσεις των νησιών για να παραμείνουν ανταγωνιστικές πρέπει να αξιοποιήσουν την παραγωγική, κοινωνική, πολιτιστική και περιβαλλοντική τους ταυτότητα και παράδοση παράγοντας αγαθά και υπηρεσίες ποιότητας και στοχεύοντας σε ειδικές αγορές.
-          Πράσινα νησιά όπου υποστηρίζεται ότι οι περιορισμένοι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι και η περιβαλλοντική ισορροπία των νησιών δημιουργούν μια εύθραυστη περιβαλλοντική κατάσταση και κατά συνέπεια πρέπει να αξιοποιηθούν οι παραδοσιακές πρακτικές και οι σύγχρονες τεχνολογίες για περισσότερο αποτελεσματική χρήση και επανάχρηση των φυσικών πόρων.
-          Νησιά ίσων ευκαιριών όπου μέσα από την σωστή οργάνωση και παροχή Υπηρεσιών Δημοσίου Συμφέροντος (πχ. μεταφορές, επικοινωνίες, υγεία, παιδεία, κατάρτιση κλπ)  ισοδύναμης ποιότητας και κόστους με εκείνες που παρέχονται στην ηπειρωτική Ευρώπη να δοθούν στις επιχειρήσεις και στους κατοίκους των νησιών ίσες ευκαιρίες για ανάπτυξη.

Την ίδια στιγμή, η Πολιτεία «συνεπής» στην αδιαφορία της σε αυτά τα συμπεράσματα παρουσιάζει νομοσχέδια στη Βουλή που οδηγούν στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση: ακόμη μεγαλύτερη μαζικοποίηση του τουρισμού και του παραθερισμού -που θα επιβαρύνουν περισσότερο τα νησιά που δέχονται σήμερα το 60% του τουρισμού της χώρας-, την ρύθμιση των αυθαιρέτων κτισμάτων -με δεδομένο τον τεράστιο αριθμό παράνομων κατασκευών που έχουν κτιστεί στα νησιά- και τον περιορισμό των εκ των προτέρων περιβαλλοντικών ελέγχων ειδικά για υποδομές και εγκαταστάσεις μεσαίας κλίμακας δηλαδή ακριβώς αυτές που αφορούν τα νησιά.

Η Πολιτεία «συνεπής» στην αναπτυξιακή στρατηγική που οδήγησε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση, επιμένει να θεωρεί τις κατασκευές και την κατοικία ως ατμομηχανή της οικονομίας, αδιαφορεί για τα επιχειρήματα εκείνων που θεωρούν ότι αυτή η στρατηγική δεν βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας αφού στηρίζεται στη λογική του «χαμηλού κόστους», δεν αξιοποιεί την τεχνογνωσία και το εκπαιδευμένο δυναμικό της χώρας για παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει οριστικά το περιβαλλοντικό κεφάλαιο της χώρας.

Η Πολιτεία «συνεπής» στις εύκολες λύσεις της δημιουργίας νέου τύπου «γεω-προσόδων» και υποκύπτοντας στις πιέσεις του real estate, συνεχίζει να απομακρύνεται από τις αρχές που διέπουν την ευρωπαϊκή πολιτική όπως καταγράφονται σε όλα τα επίσημα κείμενα της ΕΕ.

Ερωτάται η «Πολιτεία», τι γίνεται με την καινοτομία, την χρήση νέων τεχνολογιών, την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού και τη πράσινη οικονομία, την ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού και πότε θα υπάρξει ταύτιση λόγων και έργων; Η βιώσιμη ανάπτυξη των νησιών στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα δεν μπορεί να γίνει με τη λογική της προηγούμενης 50ετίας. 

Γιάννης Σπιλάνης
ελευθεροτυπία, Αύγουστος 2011
ΤΑ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΝΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥΣ

Τα ευρωπαϊκά νησιά παρά τις διαφορές που έχουν μεταξύ τους σε ότι αφορά τα γεωγραφικά, τα φυσικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά τους χαρακτηριστικά παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες συγκρινόμενα με το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου όπως είναι:
-          το μικρό μέγεθος (σε πληθυσμό, σε τοπική αγορά, σε διαθέσιμη γη και πόρους) σε σχέση με την ηπειρωτική Ευρώπη
-          η περιφερειακότητα και η απομόνωση (σε προσπελασιμότητα)
-          η ύπαρξη ιδιαίτερων, σημαντικών αλλά και εύθραυστων περιβαλλοντικών και πολιτιστικών πόρων.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών αποτελούν μόνιμα φυσικά εμπόδια για την επίτευξη ελκυστικότητας και ανταγωνιστικότητας με βάση τα συνήθη κριτήρια που διέπουν το επικρατούν μοντέλο ανάπτυξης (προσπελασιμότητα, οικονομίες κλίμακας και οικονομίες συγκέντρωσης). Αντίθετα έχουν υψηλό κόστος παραγωγής υποδομών και υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος από το κράτος, υψηλό κόστος παραγωγής από τις επιχειρήσεις και υψηλό κόστος διαβίωσης και μειωμένες ευκαιρίες για τους κατοίκους των νησιών σε σχέση με ότι συμβαίνει στην ηπειρωτική Ευρώπη.

Τα παραπάνω, αλλά και το μοντέλο ανάπτυξης που έχει ακολουθηθεί, έχουν οδηγήσει τις νησιωτικές οικονομίες να υστερούν σε κατά κεφαλή παραγωγή ενώ η δομή τους είναι ιδιαίτερα εύθραυστη (τουριστική μονοκαλλιέργεια σε συνδυασμό με δόμηση, χωρίς την εισαγωγή καινοτομιών). Τα ποσοτικά και τα ποιοτικά δημογραφικά χαρακτηριστικά είναι αρκετά δυσμενή (γήρανση πληθυσμού, χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και δια βίου κατάρτισης, υψηλή πρόωρη εγκατάλειψη σχολείου), ενώ οι περιβαλλοντικές πιέσεις αυξάνονται με προβλήματα στη ποιότητα του πόσιμου νερού, στην υποβάθμιση του εδάφους (ρύπανση και ερημοποίηση), στη μείωση της βιοποικιλότητας, στην υποβάθμιση του τοπίου και του δομημένου περιβάλλοντος κλπ.

Ποιες οι προοπτικές των νησιών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής 2020;  Στην πρόταση για «έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς μεγέθυνση» αντιπροτείνεται «το ποιοτικό, το πράσινο και το νησί των ίσων ευκαιριών» σε μια προσπάθεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών να μην λειτουργούν ως μειονεκτήματα αλλά να αξιοποιηθούν ως πλεονεκτήματα. Προϋποθέτει τόσο την ανάληψη δράσεων σε τοπικό και εθνικό επίπεδο για ανατροπή της υφιστάμενης αναπτυξιακής στρατηγικής όσο και τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού πλαισίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο με στόχο την εδαφική συνοχή, βασισμένο σε 2 άξονες: (α) Θεσμικές ρυθμίσεις και συντονισμό σε καίριες για τα νησιά κλαδικές πολιτικές ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της νησιωτικότητας (β) Χρηματοδοτήσεις για να αντιμετωπιστεί το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται η νησιωτικότητα.

Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα μελέτης που εκπόνησε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης ομάδα ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων κάτω από τη καθοδήγηση του Πανεπιστήμιο Αιγαίου και με επιστημονικό υπεύθυνο τον Επ. Καθηγητή Γ.Σπιλάνη. Ο τελευταίος σε ερώτηση μας για τη κατάσταση και τις προοπτικές των ελληνικών νησιών απάντησε ότι παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό νησιωτικού πληθυσμού κατακερματισμένο σε πολλά μεσαία και μικρά νησιά από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα με συνέπεια να αντιμετωπίζει εντονότερα τα προβλήματα της νησιωτικότητας και μεγάλες ενδοπεριφερειακές διαφορές, τα γενικά συμπεράσματα της μελέτης έχουν εφαρμογή και στον ελληνικό νησιωτικό χώρο. Πιο συγκεκριμένα:
-          Η μονόπλευρη τουριστική ανάπτυξη που είχε σημαντικές επιπτώσεις στην αναστροφή της φθίνουσας δημογραφικής και οικονομικής εξέλιξης πολλών νησιών, έχει εξαντλήσει τις προοπτικές ανάπτυξης καθώς δέχεται έντονο ανταγωνισμό από χώρες χαμηλού κόστους
-          Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των νησιών περνά μέσα από την στροφή στη παραγωγή ειδικών ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών που να βασίζονται στα ειδικά πολιτισμικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των νησιών με ταυτόχρονη δημιουργία νέας ταυτότητας (brand name) στην αγορά. Προϋπόθεση μιας τέτοιας στρατηγικής είναι η βελτίωση της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού και η εισαγωγή καινοτομιών στην οργάνωση και λειτουργία των νησιωτικών επιχειρήσεων
-          Η δημιουργία κοινωνιών των 365 ημερών στα νησιά απαιτεί να δοθούν στους νησιώτες και σε όσους επιθυμούν να εγκατασταθούν σ’αυτά η πρόσβαση σε υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος (μετακίνηση, υγεία, παιδεία, κατάρτιση πολιτισμός, ψυχαγωγία, υποστήριξη επιχειρηματικότητας κλπ) με τρόπο που να τα καθιστούν ελκυστικά, ώστε να μην αισθάνονται πολίτες β΄κατηγορίας.
Η εφαρμογή μιας νησιωτικής πολιτικής απαιτεί την εκφρασμένη βούληση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο και την υποστήριξη των φορέων που θα αναλάβουν το έργο αυτό από ένα Ινστιτούτο Νησιωτικής Πολιτικής.

Ελευθεροτυπία Αυγουστος 2011

Προτάσεις για αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και την συνεπή εφαρμογή της.

 Προς:  Κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη, Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  Κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κοι...